ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ 1 ΙΟΥΛΙΟΥ ΕΩΣ 15 ΙΟΥΛΙΟΥ 2013
''THE PINK WINDOWS OF LAKKOS''
ΤΑ ΡΟΖ ΠΑΡΑΘΥΡΑ ΤΟΥ ''ΛΑΚΚΟΥ''
ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗ
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ - ΓΛΥΠΤΙΚΗ - ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ - ΠΟΙΗΣΗ
Το Γράμμα
Ορκίζομαι να είπω την αλήθεια
ανοίγω τα κλειστά ροζ παραθυρόφυλλα
ακουμπώ στο περβάζι
το πονεμένο μου μυαλό,πονάει το μυαλό
έτσι ολομόναχη σ'αυτή την ερημιά
μόνη μου συντροφιά οι σκιές,τα αποτυπώματα
κάνει να προσευχηθώ,δόξα σοι ο Θεός που αξιώθηκα και κατέβηκα
δεν μπορεί κάποιος θ'ακούσει
την κραυγή της απόγνωσης
να ακούσει ότι διψώ
διψώ
διψώ
πότισέ με μετανάστη κόσμε
να ξαναγεννηθώ,αγέννητη
παρθένα με θέλω,να σπάσω την αμφιβολία
''Ότι συ δώσεις ύδωρ εν δίψει τοις πορευομένοις εν ανύδρω,,,''
αφήνομαι να σωριαστώ
ήταν γραφτό να γίνει αυτή
η συνάντηση των δακρύων
στις κλειστές μνήμες,στον ατέλειωτο δρόμο
της κλίνης που αμαρταίνω
η ώρα χρόνου άγνωστη
βαθιά θα σκάψω τις μη ειπωμένες μνήμες
της ανατροπής
είναι συγκλονιστικό όταν ανταμώνω
τις μαγικές ιστορίες
αυτό το ''κάτι''που μου μοιάζει,πηγαίνω
σ'αυτό τον κόσμο το γνωστό άγνωστο
να είναι ένα όνειρο μέσα στο όνειρο
θωρώ τους πληρωμένους χρόνους που πορεύτηκα,τους αγκαλιάζω
αυτό το ξεφτισμένο,το παλιό χρώμα
που τόσο το αγαπώ
όλα γραμμένα πίσω από τα παράθυρα
πριν προλάβω να στο πω
ας ερχόσουν
πιο πολλές ευτυχισμένες ιστορίες
θα διαβάζαμε
μαζί
ας με αγαπούσες,τις ''αδυναμίες'' μου,ο κόσμος πιο όμορφος μαζί
η επανάστασή μου
του πρόστυχου πόθου,μαζί
Είναι
η αγάπη μου γι' αυτόν το τόπο
αγαπώ
αγαπώ [τρις]
δεν μπορούσα τη ζωή αλλιώς
πονάει η επιθυμία της αμαρτίας
σκληρή ζωή
σιωπηλή προσπέρασε,καμιά υπόσχεση
ούτε σου χαρίζω,ούτε μου χαρίζεις
απέναντί μου ο καθρέφτης 50
κοιτάζομαι επί ώρες... ατέλειωτες,δεν μπορείτε
να ερμηνευτεί η ερμηνία μου
λύω το άλυτον
αναπνέω ζωή,να υπάρχω
Εγώ,νομίζεις
αφήνω να πέσει το ολόλευκο ρούχο
να φανεί το αχόρταγο σημάδι,η προδοσία,''ου ψευδομαρτυρήσεις'',αγαπήθηκα
να φανεί από την κρυψώνα του το ολόγυμνο
πυκνοφυτεμένο στολίδι μου
το κρασί της βακχείας μου,πάλι απόψε θα σου ποτίσω
το δώρο μου
το αμαρτωλό
δίχως μια στάλα αγάπης το αντίδωρο,όχι
ησύχασε το σημάδι
ακόμη σ'αγαπώ
να πεθάνω τώρα που ακόμα με αγαπάς
η αλήθεια μου,τίποτα το κρυμμένο
για την αθώωση της ενόχου
εξομολογούμαι
αίρω τις αμαρτίες
και ζητώ συχώρεση
για το μέσα μου το αγνό
το άγνωστο για τον ''άγνωστο'' κόσμο
Λάκκος
ο θρύλος του Ηρακλείου
το απαγορευμένο
το στοιχειωμένο
κόκκινο καλντερίμι
της χαμένης αθωότητας
Γραμμική΄΄Κάππα''
το αίμα της γης
ο έσχατος Επιτάφιος των ψυχών
το γράμμα της φτωχιάς κοπέλας
Σ' αυτό το δρόμο γεννήθηκα
μέσα στο κόκκινο
από φωτιά και θάνατο
βαθύ σκοτάδι της ζωής μου να ψάχνω το λιγοστό φως στις αποβάθρες των λιμανιών
σ'αυτόν μεγάλωσα
κρατήθηκα για να κρατηθώ
έτσι μεγάλωσα,στο δρόμα,να μαζεύω τα ράκη
και δεν τον εγκατέλειψα ποτέ,έτσι είμαι
είμαι...[τρις]
η ζωή του''άλλου''
η επί χρήμασι εκδιδόμενη
άστους να λένε
ότι ζω με το σπέρμα
Είμαι...
είμαι άνθρωπος
θα παραμείνω άνθρωπος
ενόμιζα ότι θα έφθανα κάπου 100
ήταν ένα ψέμα
που κρατούσε
μια ολόκληρη ζωή
κάθε βράδυ πεθαίνω
δεν ξέρω αν θα ζω το πρωί
και όμως ζω
η αρρώστια
στο λοιμωδών
Είμαι μολυσμένη
δεν θα εκδοθώ ξανά
το μαχαίρι
γυμνή την πρώτη φορά +
μπροστά στο μαχαίρι
στο μαχαίρι που
αιμοραγεί
μπροστά σου +
είναι οδυνηρός ο θάνατος
από μαχαίρι
έρχεται κατά πάνω μου
πόσο μεγάλος φαντάζει
έτσι που κρατάει
το μαχαίρι
αστράφτη η λάμα του νταβατζή
και η φαλλή φαντάζει
η ανάσα του μυρίζει αλκοόλ
βρώμικες κουβέντες
η μπόχα μου προκαλεί δύσπνοια
θολό το βλέμμα του πάνω στο θολό βλέμμα μου
βούλωστο μωρή σκρόφα
ή εμένα ή τη ζωή σου
όχι άλλα δάκρυα
όχι άλλες φωνές
Μή
μη
σε παρακαλώ
όχι άλλο ξύλο
βάζω τα χέρια στο πρόσωπο
γεμάτο μελανιές
βούλωστο μωρή
Μη
το μαχαίρι
ή εμένα ή τη ζωή σου
Δεν φοβάμαι
έχω το φυλαχτό της γιαγιάς
της Τζένης
μου το έβαλε στο στήθος
όταν μικρή
μου έφτιαχνε τα κοτσιδάκια
με τις γαλάζιες κορδελίτσες
απόψε την είδα να περνά 150
η γιαγιά
η σκιά της
απόψε
θα γίνει το
ξεκαθάρισμα λογαριασμών του υπόκοσμου
για να ''μάθει''
ποιός σωματέμπορας ορίζει τη ''μαύρη''
και ποιός τη ''σάρκα''
το ραντεβού μυρίζει θανατικό
12 η ώρα ακριβώς
στο καφέ Αμάν 32
που ανάβει ο τεκές
που πίνουν και ξερνούν τα σωθικά,ο βήχας,ακατάσχετος
την ώρα που βγαίνει η Φαράχ
για το χορό της κοιλιάς
θα υπογραφεί το συμβόλαιο θανάτου
θα γίνει το φονικό
Μη
θα πεθάνεις,όχι
πέθανε
να πεθάνεις
νεκρική κραυγή
νεκρική σιγή
ο πρίγκιπάς μου είναι απόψε
εδώ
γονατίζει
ραγίζουν τα χείλη
''συγγνώμη''
με φιλά στα βουρκώμένα μάτια,κλειστά τα θέλω
να μη βλέπω
Σ'αγαπώ
στο είπα
είναι η μυρωδιά του νυχτολούλουδου
που μας σκεπάζει
δίπλα στο άταφο κουφάρι
μέχρι πότε [δις]
πάλι μέσα πάλι έξω
χωροφυλακή
πάλι μέσα πάλι έξω
Διαισθάνομαι,πόσο κοντά είναι η επικείμενη συντριβή
το αντίβαρο ονειρεύομαι
ο Πρίγκιπας
Δεν ξέρω
δεν δέχομαι όταν θα σκάβουν
πάνω από τον καιρό μας
στους έσχατους καιρούς
να βρίσκουν κόκκαλα και στάχτες
ένα αρχέτυπο είμαι που εξαερώνεται
όταν παύω να γράφω
Γράφω 200
για να μη γίνω
ζωντανή νεκρή
Αυτή είμαι
Σου γράφω
είμαι αυτή που είμαι
το κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος
το ποίημα
της ολόκληρης ζωής μου
θα το κρύψω το ποίημα,για να μη το βρει κανείς
είναι καταδικόμου
με λέξεις που δεν υπάρχουν
είναι κρυμμένες
στη μήτρα της Μεγάλης Μητέρας
ζουν στη σιωπή
και οι σιωπές γράφουν,καλύτερα,δεν νομίζεις
και κάπου κάπου ελεεί
τους έσχατους ποιητές
άλογες λέξεις πριν τις λέξεις
λέξεις που δεν τις ξέρει κανείς
τις κρατώ σφιχτά στις χούφτες
λέξεις από
τα γράμματα του φωτός,αυτό θα το ξαναγράψω πιο κάτω
δεν θα τις ξοδέψω πουθενά
όσο κι αν ψάξεις δεν θα τις βρεις
θα ταξιδεύουν στο άγνωστο
για να μη φτάσει ποτέ κανείς στο άγνωστο
και λουλούδια ονειρικά θα ζωγραφίσω
για να τις στολίσω
που δεν υπάρχουν που δεν τα έχεις δει ποτέ
δεν είμαι έτοιμη για να φύγω
δεν έχω σβήσει
όλα μου τα κεριά
θέλω
αρκετό χρόνο για να μην πεθάνω
θα τα ''φτάσω'' τα χρόνια που γράφω
το φως
το πρώτο φως μιας νέας μέρας
θα το υπηρετώ
θεϊκά θλιμμένη επειδή γνωρίζω το τέλος
νιώθω
είμαι βέβαιη
η αλήθεια μου
δεν απαρνιέμαι αυτό που υπήρξα
το ξέρω ότι θα γράψετε την ιστορία
όπως τη θέλετε,δεν μπορείτε
να ερμηνευτεί η ερμηνία μου
οι θλιμμένες κραυγές του Λάκκου
μέσα από τις αιμμάτινες λάσπες του τρόμου
με συμπάθια θ'ακουστούν
ο φόβος σας
ο φόβος για το παράνομο αιδοίο της λαγνείας
αρχετυπική φόρμα των αιώνιων ιδεών
η αυτονόητη διατήρησή της στο διηνεκές
το δέος για τον θησαυρό της ομορφιάς
το ένστιχτο της ωραιότητας
σύμφυτο της ανθρώπινης φύσης
το κάλλος του
το αισθάνομαι βαθιά μέσα μου
όταν το συναντήσω 250
αδυνατώ να το ''ορίσω''
είναι εδώ
και παντού
μοναδική ευεξία της ψυχής
έρχεται από μακριά
από το αισθητό
στο υπεραισθητό
η παρέμβαση στην αποστολή
ύβρις
γιατί
η υπεραξία του έρωτα
παράγει παράφορο έρωτα
η σημειολογία του έρωτα χαρακτηρίζει
την απέρριτη ομορφιά 94
το τέλειο δεν
τελειοποιείται περεταίρω
το αιώνιο αντικείμενο του πόθου
πανανθρώπινο σύμβολο και
ιερή εικόνα
της παρθενίας και της γονιμότητας και 100
η αγνότητα της αμώμου συλλήψεως
το πανθαυμαζόμενον μαργαριτάρι
το προ του κατακλισμού''Αυγό'',εκκολάπτεται στη φωλιά του ασυνηδείτου
απαράβατο
αθώρητο
εκ του αφρού των κυμάτων
γεννηθέντα ασπόρως
χωρίς παρέμβαση Γαμέτη
το κοχύλι η αιτία
το απόλυτο είδωλο της ηδονής
αισθησιασμός ψυχών και σωμάτων
ζώντων και τεθνεώτων
στο επέκεινα
προπατορικό αμάρτημα
προσκυνητές για να ''βλέπουν''
το δρόμο
θα ράψουν το όστρακο στο ρούχο
φυλαχτό
ο φόβος Του
δεν θα μου στερήσει
το όνειρο
Μα τόσο αίμα
ματωμένο ματαιωμένο
φοβούνται να μεγαλώσουν 124
Γιάννης πάει,Γιάννης γυρίζει
να'ξεραν πόσο κουράζει
αυτή η ομοιογένεια
θ'ανέβω
θα δέσω τα μάτια του χρόνου
θ'ανέβω 300
ανεβαίνω [τρις]
θα φωτίσει,το ορκίζομαι
όχι άλλο κάρβουνο
νύχτες δίχως μαύρο,μόνο
τις δικές μου λέξεις
θα γράψω
στο άγραφο τετράδιο
για να πετάξουν
όταν θα ''φύγω''
γράμμα ποίημα,όχι των ονειρόξεων
γράμμα ποίημα πιαστό της αφής
ανατριχιάζω
όταν με αγγίζει
γράμμα ποίημα θεσπέσιο,οι γραμματοσειρές σε σχήμα γλυπτού
όχι αυτό της σοφίας των αγαλμάτων που δείχνουν
πάντα τον ίδιο δρόμο,έτσι κρύα που στέκουν
και δεν δείχνουν το ''δρόμο''
τον άλλο του ανώνυμου δρόμου
του άλλου κόσμου
του καινούργιου
με χρώματα κι αρώματα,με φαντασία
με προφητικά όνειρα,που κουβαλεί
ο ήλιος στη χρυσή τροχιά του
με χώμα και ουρανό
του ήθους και της αύρας 154
της ευγενούς τέχνης
που μετατρέπεται
σε υπερβατική ελεγεία
το άυλο
πόσο απαγορευμένο
πόσο κρυφό
δεν το βλέπεις αλλά ξέρεις
ότι ζει εκεί
και σου φωνάζει εεε
από δω είναι
η έξοδος
τίποτα το περιττό στον απέρττο χώρο ''Αυτό''
αδιήγητο ποίημα
από το πρωτοειδωμένο
φως
ως το φως
φαντασμαγορία του ονειρικού
που δεν λέει να τελειώσει,και
δεν θα το προλάβει
κανένα βιβλίο να το αντιγράψει
θα είναι μόνο του
να συνομιλεί
με το ιερό και ανίερο
αφανές και αόρατο
μοναδική επανάσταση 350
στη φθορά του εύκολου θαυμασμού
που οδηγεί στην αθανασία
των θυσιασθέντων ψυχών της αόρατης ομορφιάς
κανείς δεν θα το δει
ορκίζομαι ότι ποτέ δεν θα απαγγείλω το ποίημα
της πρόωρα χαμένης κοπέλας
που αναλήφθηκε στους ουρανούς
που άφησε
την ψυχή της
στην αθέατη πλευρά της παράδεισος 185
σ'αυτό το μαγικό,το άπιαστο το μακρινό,που δεν''είναι'',που θέλει να είναι
και κατέβηκε στη γη
Ήρθε ο καιρός
να σείρω τα βήματά μου
πάλι στα ίδια σπίτια
ερείπια παντού
εγκατάλειψη παντού
κουρασμένες αναμνήσεις
θραύσματα των στιγμών
χωρίς τέλος
σημαδεμένο το μέρος
για να υπάρξω
ήρθα
ήρθα στο κοιμητήριο των ζωντανών νεκρών
του περιθωρίου
στη μήτρα του άγραφου τίποτα
παντού οι σκιές
οι φωνές,οι φωνές των ψυχών που κείτονται
στο χώμα
οι Θεοί αδιαφορούν δεν ακούνε τις παρακλητικές φωνές
των ψυχών 200
και οι ψυχές βαριούνται να παρακαλούν
δεν φοβούνται οι ψυχές
ξέρεις εσύ ψυχές να φοβούνται,γιατί
για να μη φοβούνται γίνονται φως στο σκοτάδι
και αναγκάζονται να παρακαλέσουν στις Μοίρες
αφήνουν ρωγμές μήπως και περάσει κάποιο φως
στο απαγορευμένο κόκκινο καλντερίμι των στεναγμών
παραδίνομαι στις στιγμές της δημιουργίας
οι φωνές ενώνουν τον πρωτοχρόνο με το μεταχρόνο
τί κι αν γράφουν κέντημα
Επιτάφιο κέντημα
Αδιάφορο για τους επιβάτες του ''σύντομου δρόμου''
κανείς δεν κοιτάζει το εικαστικό παραλήρημα
μονοπάτι φυγής
το παίρνω μαζί μου
Γράφει το θεατρικό μονόπρακτο χίλιους ρόλους
αλλάζει κάθε στιγμή και γράφει
γράφει για τα αόρατα σημάδια και τάματα
σβησμένα τα τάματα ανώνυμα τα ανθρωπονύμια 215 400
όμως ολοζώντανα τα ''απολεσθέντα''
επιζώντα της νοσταλγικής ζωής του παραδείσου του φτωχού
όταν οι φωτοσκιάσεις αρχίζουν να φαίνονται
στο χωμάτινο χαρτί του ασπρόμαυρου
Σώπα
το Γράμμα
εικόνες γεμάτες φως,καυτές ανασαίνουν βαριά
να μου κοπεί η ανάσα,είναι τόσο αισθησιακές μυστηριώδεις
λάμπουν τόσο,αφηγούνται το τραγικό ηλιακό φως
το προσκηνούν ηδονικά
Εδώ υπάρχει το μυστήριο,πώς το φως προσπαθεί
''Για'' την ήττα της σκιάς
η σκιά στοιχειώνει τη μνήμη
οπαδός της εικολατρείας του υπαρξισμού το άφωτο φως
στο σύνορο της μεταφυσικής αιχμαλωτίζει τις εικόνες
αναμέτρηση του φωτός με τη σκιά +
χωρίς νικητή
μάχονται πάνω στη ρέμβη της σκληρής πέτρας
υπό τους ήχους της συναυλίας των τζιτζικιών,μαζί
και να πέφτουν ηρωϊκά +
μικρό το φως μεγάλη η σκιά,μεγάλο το φως μικρή η σκιά
αέναη η φωτοσκίαση,αλεπάλληλη η σύγκρουση
στο θέατρο σκιών
Αιχμαλωτίζονται οι εικόνες στη σαγήνη της ενδοσκόπησης
στο χλωμό μπλε κόκκο
που κατοικούν
στη λάσπη της γάννησης
μόνη κατάμονη
αυτή
η χλωμή μπλε κουκίδα
αλληλοσπαράσεται στη μοναξιά της
χωρίς προορισμό εξόδου
μέχρις ότου ο απροσμέτρητος χρόνος
την κάνει σκόνη
πεπερασμένη σκέψη μου 245
πάλι αυτές οι σκέψεις
πάλι οι εικόνες
βγάζουν τις μάσκες των ρόλων,ξαφνικά σιωπή και ακινησία
από την εξαντλητική υπερένταση,γιατί
ήρθαν τα νεφελώματα του γαλαξία γεμάτα αστερόσκονη
από την αόρατη μήτρα του σύμπαντος
Αυτό το βρεφοκομείο
γεννά αστέρια με την ταχύτητα του φωτός
Επικρατεί μια αδράνεια ένδον από το μεγάλο ξάφνιασμα
αξαιτίας του μεγάλου λήθαργου της στιγμής
πόσο σκοτάδι της μαύρης τρύπας
να καταναλωθεί για να υπάρξει για να υπάρξει ορατό φως
από την ομίχλη της ανυπαρξίας
της σκοτεινής ύλης
στην ταφική πλάκατης μαύρης τρύπας 450
στο θνητό χρόνο τον φθαρμένο
από την αιωνιότητα της αθανασίας
κρύβεται
το αναπάντητο ερώτημα του αινίγματος
Από το παραπέτασμα του χάους
έρχεται το άφωτο,η θνητή ύλη βρίσκει φως
ένας κόκκος λευκού
η απόσταξή του
από άπειρους κόκκους μαύρου
ατέλειωτο το''Γράμμα''στο δράμα,τραγικό
πόσο δράμα κουβαλάει το Γράμμα
Μα πιο πολύ γράφω
για τα ανήλικα παιδιά
ξαναδιάβασέ το
μα πιο πολύ γράφω 275
για τα ανήλικα παιδιά,γιατί
αν υπάρχει αλήθεια αυτή
θα πλησιάζει την παιδική αθωότητα
ότι αυτών
εστίν η βασιλεία των ουρανών
για τα παιδιά με τα χιλιομπαλωμένα
κοντά παντελονάκια
τα βρώμικα
λιγδιασμένο και το άσπρο φανελάκι
με τις τιράντες,να
στάζει αλάτι με χώμα
ξυπόλυτα
που έφευγαν από το σπίτι για το σχολείο
με ένα ποδήλατο''κόντρας''σαράβαλο,σκαστά
να βγαίνουν κρυφά από τα παράθυρα
για να συναντηθούν
στο απόκρυφο σοκάκι
για να μη γυρίσουν ποτέ
όλο το τσούρμο από πίσω
να κυνηγά το ποδήλατο
να κυνηγά ο ένας τον άλλο
νικητές του ανέμου
Ρε συ έκανες πολύ ώρα
κατέβα κάτω
θα σου δώσω μία
Ρε Μάκη βάλε μια τάξη ,διαόλου κάλτσα ο Μάκης
που είσαι και ο πιο μεγάλος
αυτά τα μικρά δεν προσέχουν
και το ποδήλατο
θα χτυπήσει ''μπιέλα'' +
και να τρυπήσει το λάστιχο
πώς να αντέξει,μετά από τόση πίεση
και όλα μαζί τα παιδιά
να ''σηκώνουν'' την σαμπρέλα,ένας παιδικός Επιτάφιος
και στη γούρνα του Τούρκου 500
να τη βουτούν στο νερό
να προσπαθούν να βρούν την τρύπα που χάνει αέρα
να κάνουν αλχημίες
για να φράξει η τρύπα
άδικος κόπος
σκατά 304
να τριγυρίζουν αλαφιασμένα
γεμάτα χώματα
να μή νυχτώσει
και να φωνάζει η μάνα Γιανιώωωω,δεν πάω
έλα να φας
το μυαλό στα κάγκελα,στο λάστιχο
έξω και πάλι έξω
έξω είναι η ζωή,στα χώματα
με τα κλάματα των παιδιών
δεν με νοιάζει,και να νυχτώσε
δεν θέλουν να γίνουν ενήλικες
Πού να βρουν χρηματοδότη γαι το μπάλωμα
τίποτα,με τόση φτώχια η Αλάνα
αναγκάζονται να το τσουρλούν
με τη ζάντα
αναστατώνουν όλη τη γειτονιά
επιτέλους να βρεθεί κάποιος
να χρηματοδοτήσει τη ζημιά
βρέθηκε ο Λαμπράκης που είχε το μπακάλικο
να ξενυχτήσουν το ποδήλατο
ρε σεις εγώ θα το πάρω στο σπίτι μου
Τί μας λες
τόσο έξυπνο σ'έκανε η μάνα σου
αλήθεια λέω δεν θα κοιμηθώ απόψε
να το προσέχω
εγώ θα το πάρω,ουστ από δω
ομυρικοί καυγάδες
επεμβαίνουν οι μεγάλοι,σκάστε όλοι
εγώ θα το πάρω,που δεν έχω και παιδιά
Ναι,να το πάρει ο κυρ Σωτήρης
συμφωνούν επιτέλους
και αύριο
ντογρού για το μαγαζί του ποδηλατά
να το μπαλώσει,και μετά
να πέφτουν από τις αλεπάλληλες ορθοπεταλιές
σκασμένα 337
κατάχαμα να κοιτούν
τ'αστέρια που αχνοφαίνονταν στον ουρανό
της αθανασίας
και να πλημυρρίζουν από ευχαρίστηση
έτσι λαχανιασμένα και ιδρωμένα
Ρε σεις πάμε στο σπίτι με τα κόκκινα
όλα από κάτω
στο μαντρότοιχο 550
να σκαρφαλώνουν
για να δουν τη μεγαλύτερη περσόνα
μια Θεά των ονείρων
να λούζεται ολόγυμνη
ένας την είδε και έχασε το φως του
το άκουσα από τους μεγάλους
Ρε συ κατέβα κάτω να δω κι εγώ
μη μου βγάζεις τη γλώσσα,θα σε δείρω
Ρε συ ξέρεις ποιός είμαι εγώ
θα σε πλακώσω και θα σε διώξω
από τα ''τσικό'' του Εργοτέλη
παιδιά έπεσε σύρμα
έρχονται οι μεγάλοι
ρε συ,εσύ μας πρόδωσες
φτου σου προδότη
τα είπες
χαρτί και καλαμάρι
στους μεγάλους
πρόσεξε κακομοίρη μου,γιατί...
μου πουλάς μαγκιά
δεν το έκανα εγώ,ορκίσου
αλήθεια σου λέω,ποιός,ο Τάκης,εγώ,αυτός
ορκίζομαι στα κόκκαλα της μάνας μου 367
ένας μικρός εμφύλιος
Τα παιδιά που χάθηκαν
τα πεταμένα στους πέντε δρόμους
παγώνουν ολόκορμα
αγνώστου πατρός
δεν έχουν
πού να δένουν τα χέρια
να αφήνουν
τα δακτυλικά αποτυπώματα
πριν πουν καληνύχτα
στους λαιμούς των γονιών
και να ψιθυρίζουν λέξεις
λέξεις αγαπημένες
μελωδικές
ατέλειωτες λέξεις
λέξεις με κόκκινο
των μωρών
των αγέννητων μωρών
με τα κλάματα των μωρών
που δεν ξέρουν γράμματα
μόνο μουτζουρώνουν αιμάτινα
δεν φοβούμαι τις λέξεις
που δεν θέλουν να ακουστούν
που παριστάνουν
τις ευτυχισμένες
στάχτη στα μάτια
αβάστακτη αλήθεια μου 600
πόση ψευδαίσθηση
με ακολουθείς
πεισμώνω
με αυτές τις λέξεις
τις λέξεις 397
τις ασυμπτωματικές
τις λέξεις
του εγκαταλελειμένου παιδιού
τις έχω μέσα μου
να βγούν
φώναξε τη λέξη της ερώτησης
είναι
η ύστατη παράκληση του δημιουργού,που
κρύβεται
η απάντηση
φωνάζω
τις λέξεις
λέξη λέξη
βήμα βήμα
το εννοώ
δεν φοβούμαι την αδιαφορία του
ορκίζομαι
θα φύγω
για
να μην πάω
σε ευαγές ίδρυμα
θα φύγω
για
να είμαι ζωντανός
και ανάδοχο
να μην βρω
θα υιοθετήσω τον εαυτό μου
να φορώ ζεστά αρβυλάκια στους παιδικούς χειμώνες
και μάλλινα γάντια στα χέρια
να μην ξαπλώνω 427
παγωμένος
στο σκουριασμένο παγκάκι,πέτρα για μαξιλάρι,ραντεβού με
τα χαραγμένα ονόματα
των ανορθόγραφων όρκων
συντροφιά με τις γόπες και τις κολλημένες τσίχλες
των περαστικών
το ξέρω
πως δεν θα φτάσει ποτέ
ως εδώ
καμιά μουσική,έστω ένα νανούρισμα
είναι ξαστεριά
κάνει κρύο
πώς να ζεστάνω τα χέρια
στις κρύες τσέπες,πού
να βρω ένα λουκούμι 650
για να ζεσταθώ
Ναι,έναν άνθρωπο να βρω στην απελπισία μου
ούτε ο εαυτός μου,ούτε ο ίδιος ο Θεός με σώζει
μια κραυγή μια επαφή
τί να τις κάνω τις άψυχες λέξεις
από την ποίησή σας
ενδεδυμένος
με τις γυμνές ρίμες
των εφήμερων
νοικιασμένων παραδείσων
μπορούν να με ζεστάνουν
θα μου πεις
όλα τα ποιήματα,είναι γεμάτα
από ''πρέπει''και ''σαν''
και κοσμητικά,και κηρύγματα
και ''ω''και λοιπά επιφωνήματα
παρελθόν και μέλλον
και όχι στιγνή πραγματικότητα 457
ένας εμφύλιος
είναι
όλος αυτός ο κόσμος
με εμφυλιοπολεμικά παραμύθια
Κάνε ότι κοιμάσαι
με το ρεβύθι και το κουκί
και πες μου εσύ τώρα αφού η ποίηση,δεν αντιγράφει τη φύση,αλλά
θέλει να μεταμορφώνει τη φύση,είναι η αποστολή της, γιατί
χρησιμοποιεί όλο ''σαν'' στο ένα και όλο σαν στο άλλο
''κούφον γαρ χρήμα ποιητής εστίν''
όχι
υπάρχουν
και'' Άγια'' ποιήματα
από τα ιερά μυστήρια της γέννησης και της αποκάλυψης
''μπορούν''
είνε καμωμένα από φως
μπορούν
μπορεί ένας στίχος
μπορεί,γέννα θάνατος ανάσταση,ναι ένας στίχος
Να ζω
τώρα θέλω να ζω
να μην κοιμούμαι τον ύπνο του δικαίου
γνωρίζω ότι
πάνω απ'όλα,και όλα
είναι η τέχνη
κουβαλεί τις εικόνες,και τις μνήμες
του παγκόσμιου πολιτισμού
και σου λέει με το χαμόγελο,γεια χαρά
πάει να σε αιφνιδιάσει
τιμή στους προηγούμενους,σου λέει
σκεφτόμενος
εσύ 700
λες
ευχαριστώ πολύ
και στο ευχολόγιο του μέλλοντος
λες ευχαριστώ,όμως
άντε γεια
τώρα
έχω αυτή τη γραφή
που δεν είναι αυτή που θέλω,γιατί
δεν είναι ''προσωπική''
τι ευλογία
τι μύθος
επαναπαύομαι 487
είμαι ευχαριστημένος
αλλά πες μου
μετά την αναγνώριση''τί'' ''τί''
παραμονεύει
το ''τώρα''
το τώρα θέλω
την βαθιά ανθρώπινη γραφή
σιγά σιγά θα το ξετυλίξω το κουβάρι
διανοούμενη μου προέκυψες
έχω εγώ και άλλα πολλά να σου γράψω
μόνο μη κοιμάσαι ολόρθη
Συνεχίζεται,κόκκινη κλώστή
απέραντα γαλάζια τα παιδικά μάτια
αυτά τα μάτια
τόσο αθώα
απ'αυτά
ξεκινά
αυτή η ποίηση
Σιωπή,θα μας ακούσουν
όταν θα σου μαρτυρήσω τα κρυφά χρώματα της σιωπής
μα καλά έχει και χρώματα η σιωπή,ναι
έχει χρώματα
και ποια είναι αυτά
τώρα ξέχασέ το αργότερα αργότερα που λέει ο Μποστ στη ''Νήσον των Αζορών''
Βαγγελίστρα μου τί γράφω,θα μου ξεραθεί το χέρι
θα απαλλαγώ από τα παραπτώματα,λόγω έργω ή διανοία
όπως ψάλλει η νεκρώσιμη εκκλησία
Πόσο γρήγορα αλλάζουν όλα στον άχρονο χρόνο
να τα προλάβει να τα καταγράψει όλα αυτά το '' Έπος'',όχι
η ζωντανή γραφή δεν τελειώνει
συμπληρώνω αναδημιουργώ αφαιρώ
ζωντανός ο οργανισμός
δεν εξαντλώ το θέμα,΄΄Γιατί'' τους χρησμούς,θέλω ανεκπλήρωτους
για να έχει μέλλον και η ποιητική
γιατί να αφουγκραστώ τη γνωστή σκέψη της παλιάς σοφίας
και να την ακολουθώ στην ολόκληρη ζωή
Σώπα
άκουσε την καρκινική σκέψη 750
Σκάσε επιτέλους 517
Δεν ξέρω αν θα ολοκληρώσω την διατύπωση
είναι αυτό το κάτι που απομένει
δεν θέλει να τελειώσει το έργο,γιατί
Πώς θα μπορέσει να φτάσει το ερχόμενο στο μη ερχόμενο
αυτό ψάχνει η ποιητική
την υπαρξιακή κατάθεση
θα το φτάσει
και το περιμένω,κι όλο το περιμένω
και ξανά και ξανά
και έρχεται αυτό που είναι,που είπαν,που έμαθαν,που είδαν
που διάβασαν
και νάτο το πριν
και πάλι το πριν
και πάλι το πριν,αυτό το πριν
και όλο το ίδιο
και πάλι το ίδιο,το ολόιδιο
κάποιοι γράφουν
και για τα φαντάσματα του μέλλοντός μας
και ποτέ δεν έρχεται αυτό που περιμένω
δικής μου γραφής
γράφω ποίημα και περιμένω
και μετρώ το χρόνο,κάθε πρωί μετρώ το χρόνο
και ξανά και ξανά μετρώ
και δεν έρχεται
ποτέ δεν θα ρθει,πάλι αυτές οι σκέψεις
δεν υπάρχει σωσμός
από το συνήθειο της σκέψης,λες να είναι
προμελετημένη η σκέψη της γνώσης
και η άγνοια προμελετημένη
κι αν έρθει το τέλος,ξαφνικά
μετά την εκπλήρωση
είσαι έτοιμος για το αναπάντεχο
πόσο έτοιμος
πόσο μελαγχολικό το τέλος 547
τί
τί
τί
Είναι θέμα ελευθερίας
όταν η ελευθερία δεν είναι ελεύθερη
τότε δεν υπάρχει ελευθερία,πάλι αυτές οι σκέψεις
κι αν υπάρξει,πάλι αυτές οι σκέψεις
της έξω ελευθερίας
Τότε τί
τί τί
Σώπα
Τώρα ακούω τη φωνή
είναι η φωνή του κοριτσιού
Ξύπνα
κικιρίκου,συνέχισε το Έπος 800
κι αρχίζω τα γαλάζια και τα ροζ και πάλι από την αρχή
και νάτος ο έρωτας ο ανέστιος να με τιμωρήσει.Χαιρέκακα
με κοιτάζει από ψηλά,που ενώ προβάρω την αστρική
λαμπερή φορεσιά
τολμώ το αδύνατο,να φιλήσω τον έρωτα
ένα βήμα είμαι
πριν το σύνορο του κόσμου
ένα βήμα πριν το τελικό φράγμα
για το σμίξιμο,όλες οι αισθήσεις
σε μία
είναι η αφή του φιλιού
του πενταπάρθενου φιλιού
το άγγιγμα των χειλιών
τα μάτια κλειστά,βλέπεις τα πάντα
και δεν βλέπεις τίποτα
είναι το βλέμμα 578
είναι αυτό το βλέμμα
που ομορφαίνει μια γυναίκα
αυτό το μέσα της ρούχο
το διάφανο
της ψυχής
''Λύτρον αντί πολλών''
ευτυχία μέσα στην ευτυχία
φαντάζει αιώνιο
τα μάτια δεν γερνάνε
ξαφνικά
ο έρωτας μηδενίζει το χρόνο,ενδύομαι τα κουρέλια
του πεντάρφανου φιλιού
της ήττας και της αιχμαλωσίας
οι αιώνιοι κανόνες του τέλους του πένθους
να είμαι έμεσμα
αυτός ατάραχος με το σαρδόνιο χαμόγελο,ξέρει ότι
ο νικητής τα παίρνει όλα,και το ηθικό πλεονέκτημα
κι εγώ η φτωχιά κοπέλα,να μένω με το γράμμα στο χέρι
και τα αλάτια στα μάτια
Είνε οι κανόνες
πάλι αυτοί οι κανόνες
Εξομολογούμαι
δεν είμαι η απεσταλμένη η μονογενής 601
θείας έλευσης
που θα θυσιαστώ
για να άρω τις αμαρτίες και να τιμωρήσω όσες παραβιάζουν
την αρετή του πένθους
άκουσα τις κραυγές της οδύνης
να θέλουν να μεταρυθμίσουν την πίστη τους
χωρίς να φοβούνται ότι αμαρτάνουν,το λέω 608
για να με ακούσουν όλοι που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα
που ζουν στο μικρό κόσμο και ονειρεύονται το μεγάλο κόσμο
απεχθάνομαι αυτούς
που θέλουν να σώσουν
τον κόσμο 850
να τους φοβάσαι,μου λες
σου λέω λοιπόν
Εγώ θα με σώσω
Να θυμάσαι,ορκίζομαι
ορκίζομαι
ότι
κι αν ξαναπεθάνω,εκεί
πάνω στον ουρανό
στην τέφρα της ψυχής μου ορκίζομαι
θα ξανακατέβω,άκουσέ με
Για να εργαστώ στο Λάκκο,με τους περιθωριοποιημένους
καταπιεσμένους,περιφρονημένους
αόρατους,ακοιμητους,με τους κεκοιμημένους ψαλμούς
με τις ανάσες των κρίνων,συντροφιά στην πλάκα
τους απειλούμενους από την καθωσπρέπει κοινωνική τάξη
του''πρωτοκόλλου της Σιών''
Υ.Γ. Η άλλη ζωή
απέραντα άδεια
και βαρετή η ζωή των πεθαμένων
στον περικαλλή ναό του ουρανού
Χαμένα τα χρόνια
''εις τόπον χλοερόν''
αυτό θα λέω
όταν με ρωτούν
για τη μεγάλη''Πτώση''
Είπα στους ποιητές
να μου πουν
πού είναι η προδοσία 638
στο ''Ωσαννά''
ή
στο ''άρον άρον''
διανοητική μου σκέψη
αυταπάτη των ψευδαισθήσεων
Πιστεύετε τους ποιητές,ναι όχι
θα μετρήσω ως το δέκα,και
να το πάρει η μαύρη θάλασσα
Και τον Άγγελο με τα μαύρα
που με βοηθά
ρωτώ
έκανε να χαμογελάσει
ορκίσου
φίλα Σταυρό
δεν παίρνω απάντηση
ορκίζομαι
φιλώ σταυρό
ορκίζομαι στα κόκκαλα της μάνας μου
γράφει στον αέρα
αφερίμ
Δεν την ξέρω τη λέξη
τί να κρύβει στην ψυχή του 900
να το πάρει η μαύρη θάλασσα
η φωνή σου
η φωνή σου θα είναι εξαίσια
άφωνος τίποτα
του έκοψαν τη γλώσσα
''η σιωπή μου προς απάντησή σου''
Γράψε μου Γράμμα
ποτέ δεν μου έχουν γράψει γράμμα 668
ποτέ κανείς δεν βρέθηκε
να μου δώσει
ένα τριαντάφυλλο
στην ολόκληρη ζωή μου
λες να είναι από
τους εκπεπτωκότες Αγγέλους
δεν το πιστεύω
μου έγραψε μια λέξη
Σαλαμαλέκουμ
δεν την ξέρω τη λέξη
η νοηματική του
καλά το ξέρει
πως καθόλου δεν μ'αρέσει η ''ανάπαυση''
μα τη πίστη μου
θα είναι ανένταχτος
Μπορεί να είναι
ένας μετανάστης Άγγελος
ό,τι κι αν είσαι
σε πιστεύω
απορώ πώς τον αφήνουν
τον υπονομεύουν
οι διορισμένοι
θα του μαδήσουν τα φτερά και
στα κάγγελα στο μπουντρούμι
Το πρωί
θα τον στήσουν στα 11 μέτρα
Η νοηματική του
ξανά μου γράφει
Γκελ μπουρντά
καλά το κατάλαβα ότι είναι 698
μετανάστης Άγγελος
και έχει άλλη γλώσσα
Άκουσα
τι μου είπες
δεν σου απαντώ
για να έχεις εμπνευση
στις παγίδες
Ο Άγγελος με τα μαύρα
ξέρει και τη γλώσσα μου
που όταν σκέφτομαι,Αυτός
ξέρει τι σκέφτομαι
είναι μέσα στο μυαλό μου 950
ξέρει όλες τις παγίδες της προηγούμενης ζωής μου
τις χιλιάδες παγίδες μου
Τί με κοιτάς
εξομολόγος πάτερ
στα λέω όλα με τα ποιήματά μου
αλήθεια σου λέω
να,φιλώ σταυρό
Τί
ακόμη και η σκέψη είναι αμαρτία
γάμησέ τα σύντροφε
να βαπτιστώ
μα έχω βαπτιστεί,κάτω στη γη
δεν ισχύει
να βαπτιστώ ξανά
πέφτω απ'τα σύννεφα
μετανάστης Άγγελος είναι
απετάξω τω Σατανά
απεταξάμην
συνετάξω τω Χριστώ
συνεταξάμην 728
και πιστεύω αυτώ
το ξέρω,να μην πιστεύω στα λόγια
όταν μου λένε
να είμαι ο εαυτός μου
στην κοσμική ευτυχία
εγωισμός κι αυτός,να συγχωρήσω τον κόσμο
με τόσους εαυτούς,να κάνω μια αρχή,λες
Πώς να χορέσουν όλα αυτά,στον εαυτό μου
θα ''μαρτυρήσω'' με τόσες σκιές του εαυτού
Πού να τον βρω τον εαυτό μου,που δεν θέλω να τον βρω
με δεσμεύει ο εαυτός μου και δεν είναι ορατή η αλήθεια
αν υπάρχει αλήθεια
ίσως
να υπάρχει ένα ''ίχνος'' της, έξω από τον εαυτό μου
τον άγνωστον άλλον εαυτόν θέλω
όλο με μπλέκεις στον άλυτο κόμπο
μετά μου λες γρήγορα γιατί νύχτωσε,να κολαστώ
στη συλλογική ψευδαίσθηση
το ξέρω ότι ξέρεις
το απολυτήριο σκέφτομαι,το ξέρει
ο ακοίμητος φύλακας στις παγίδες
του κακού
δες
είδα όλες τις παγίδες,αμ δε
ξαναπροσπάθησε,είναι μάταιο,λες
να μην έχω καμιά τύχη,πού τύχη,λέξη κι αυτή,
υπάρχει ''ελπίδα'',λέξη κι αυτή,όλο ''εφευρεύσεις'' είναι αυτός ο κόσμος
γεμάτος από κακές στιγμές είναι ο μεταφυσικός παράδεισος
κισμέτ
το ''μαντρί'' 1000
δηλαδή
εν δύο εν δυό
εν δύο
εν δυό κάτω
να μην έχω
ερωτήσεις
να μην είμαι 758
ανένταχτη,δλδ
ποίμνιο στο μαντρί θα πει σφαχτάρι
και μάλιστα το πρώτο που θα γκρινιάζει,όχι
θα είμαι
ανένταχτη
όχι ''εκοιμήθη'' τον ύπνο του δικαίου
΄΄εγέρθητι''
να ζω
δεν ζω
ζω
ζω
αλύτρωτη μήτρα μου
Έλα
να κάνουμε μαζί ένα τσιγάρο
και δάνεισέ μου τα φτερά σου,έχεις και δεύτερα φτερά
θα είναι το μόνο μου στήριγμα,χρωμάτισέ τα μενεξελιά,που μου αρέσει
για να κατέβω κάτω στη γη,μονολογώ,και άντε πιάσε με μετά.Αντίο
κάνε μου το χατήρι
Μπορείς,να έρθεις και συ μαζί μου +
αν θέλεις +
θα είναι κάτι παραμυθένιο +
μου έγνεψε,ναι
θα τα καταφέρει ξέρει αυτός
Μου αρέσει ο κίνδυνος
και σ'αυτόν
μη νομίζεις
κι εγώ βασανισμένος είμαι
μ'αυτά που γίνονται εκεί πάνω
και κάτω
Κάτω να δεις τι γίνονται
τα ξέρω όλα
μωρέ και πάνω να δεις τι γίνονται
θα στα πω όλα
θα τα μάθεις παρακάτω
θα φρίξεις
με αυτά που απαγορεύονται
μη νομίζεις ότι κι εγώ μπορώ να σε σώσω
αν χρειαστεί
Μα είναι κατάσταση αυτή να απαγορεύονται όλα
ο φόβος επικρέμεται παντού
ο φόβος
και πάλι ο φόβος
φόβος μπρρρ,μπρρρ,τρόμος τρομολαγνεία
μόνο η γη Χαναάν του γάμου επιτρέπεται 1050
ο έρωτας είναι συναίσθημα αυτιστικό καθώς λένε
εκεί πάνω
εγωτικό ανασφαλές
ερωτευόμαστε τον πλειοδότη του εαυτού
που μας θέλει περισσότερο
με πονηριές
το είδωλο ερωτευόμαστε,που φοβόμαστε
τη δύναμή Του την ουσιαστική ή την πλασματική Του
ο καθρέπτης η αιτία
ανασφάλεια η αιτία
μοναξιά η αιτία,σ'αποτελειώνει και σ'αφήνει μόνο
επαναστάτης χωρίς αιτία
πόσο ολόγυμνος πια
που να μην αντέχεις τη γύμνια
η ψευδαίσθηση της πλάνης
παράλογη πίστη υποταγής
δεν υπάρχουν όρια
γεννιέται αδιάκοπα και παντού
δεν ρωτά αγενής
κρύβεται κάτω από τις θημωνιές
για να βάλει τη φωτιά
πείνα δίψα πόλεμος σφαγή
σ'αφήνει στα μοιρολόγια του ξαφνικού θανάτου
Η αγάπη δοτική ταπεινή,ανεξίκακη
απροκάλυπτη,αθώα
τυφλή θεότυφλη,
τον έρωτα θέλω,άκουσε αυτό
θα σ'αγαπώ μέχρι το τέλος της ζωής μου,ξέχνα το
η εκδίκηση είναι δική μου
ο έρως
βλέπει,ακούει και θυμάται
προπαντώς θυμάται
ζυλότυπα εμμονικά,εκδικητικά
θάνατος του θανάτου μαύρος
να τιμωρήσει τον ερωτευμένο
με το παραμικρό
μίσος με το παραμικρό
δεν υπάρχει άμυνα να τον σταματήσει
βυθίζεται αύτανδρος ο Τιτανικός
Η αγάπη όμως
υπομένει συγχωρεί
Αδυνατεί στην αδυναμία
εμπιστεύεται
και ξανά
και ξανά
ξεχνά και ξανά ξεχνά
μακροθυμεί αρκείται στο ελάχιστο
δεν ζητά τίποτα
και δίνει τα πάντα
τον έρωτα θέλω 1100
Ο έρωτας της νεότητας
και η αγάπη της ωρίμανσης
ο έρωτας της Άνοιξης και μόνο
και ξεψύχησε
αγάπη η αειθαλής
βλασταίνει σε κάθε εποχή
θνησιγενής ο έρωτας
αθάνατη η αγάπη,γιατί μου τα λες όλα αυτά
έρωτας πανσέληνος,λάμπει τρελαίνει
μαγεύει,καίει και σβήνει
αγάπη ανέσπερος ουρανός
στην ίδια θέση της προστασίας
στα βάσανα του κακού
στην παρανομία ζει ο έρωτας
την παρανομία του
έρωτα θέλω
η αγάπη στο τίποτα και στο πάντα
πίσω και πάλι πίσω
στο πίσω κάθισμα
ακολουθεί,σ'ακολουθώ
σ'ακολουθώ
πάνω στη σκληρή πέτρα της αλήθειας
αν υπάρχει αλήθεια
τα είπες όλα
Δάσκαλε
Άσε τα κηρύγματα
αφού δεν μπορώ να εξηγήσω
αυτό που δεν μπορεί να εξηγήσει το μυαλό,εκεί που σταματά η λογική
θα παραδώσω το μυαλό μου
στους αχνιστούς χυμούς της ηδονής του
έτσι κι αλιώς δεν ορίζω εγώ
αυτός αποφασίζει
εγώ θα σε παρασείρω,σ΄έχουν παρασείρει στο κακό
εντάξει τώρα μη νομίσεις ότι κρατώ τον ''αρχαίον όφιν''
άγαλμα ο Άγγελος με τα μαύρα
και ερωτώ
μπορείς να σβήσεις την άσβηστη φλόγα
μπορείς,άμα μπορείς θα κερδίσεις
το εκατομμύριο
μπορείς
Γιοκ η αγάπη,έτσι
δεν το πιστεύω,την ώρα που σκεφτόμουνα
να σου ψάλω τον εξάψαλμο
για να μη σου πω τον εξάψωλο
να το πιστέψεις
άφεριμ
αλήθεια πόσο πολύ ταιριάζομε
με κάνεις να σκέφτομαι απονενοημένες σκέψεις
γίνεται να γίνουμε ζευγάρι,ούτε να το σκέφτομαι λες
μπορεί ένας Άγγελος με μια θνητή,και μάλιστα με μια εταίρα, δεν γίνεται 1150
θα περιφρονούν τις εταίρες
ποτέ δεν ξέρεις
ίσως η μοίρα μας να είναι κοινή
εν ονόματι του νόμου σε συλλαμβάνω
να ασκήσω έφεση διεκδικώντας τα συνταγματικά μου δικαιώματα
στα παλιά χρόνια οι Θεοί το έκαναν και παραβίαζαν τους κανόνες,τώρα...
Άκουσε προσεκτικά αυτά που θα σου πω και μετά
αποφασίζεις
κατ'αρχήν συμβολαιογράφος,για το σύμφωνο των μερών
ψυχολογική υποστήρηξη και κριτική επιτροπή για τα συμφωνηθέντα
όλοι αυτοί θα συνευρίσκονται
και θα μετρούν με το μέτρο την κάθε συμπεριφορά
είτε διαδικτυακά είτε δια ζώσης
στάσεις ελεγχόμενες και τα λόγια που θα ακούγονται
βιντεοσκόπηση για τις τυχόν ενστάσεις
άντε τώρα να ξεγυμνωθείς μπροστά σε όλους αυτούς
Εγώ τον έρωτα θέλω
του έρωτα το ψέμα να αναπνέω
θέλω
κι εγώ
Δόξα τω Γιαραμπή
Άκουσε
δεν θα κρυφτώ
να καπνίζω το πρωινό τσιγάρο με τον τούρκικο καφέ
και να ανοίγω το φλυτζάνι
όλο κατακάθι μου βγαίνει,γαμώ την τύχη μου
το'χει το ριζικό μου
χθες που κοιμόμουν είδα τα κακά μαντάτα
στο όνειρό μου
όλοι οι ονειροκρίτες που διαβάζω
παλιοί κι αυτοί
έχεις κανένα καινούργιο
πού είναι ο αγαπητικός μου κερά Παναγιώτα
έλα γρήγορα,άνοιξέ μου το φλυτζάνι
η Παναγιώτα η κουτσή με τα στραβά δόντια
κόντευε τα εξήντα
η άτυχη
τα μαλλιά της πάντα μαζεμένα σε κότσο
η αναπνοή της γιασεμιά,πώς γίνεται...από Θεό
τα χείλη να στάζουν μέλι 788 +3
όλα τα αγαπούσε,μα πιο πολύ
της άρεσε +
να ατενίζει τον ουρανό εκστασιασμένη +
τα μάτια καρφωμένα +
Τί κοιτάς κερά Παναγιώτα
με τις ώρες
απορημένη από την αιφνίδια φωταύγεια
μετέωρη σε στάση προσευχής
η μοναξιά μου Θεέ μου,απορείς
με τους ανθρώπους,ό,τι και να τους δώσεις... 1200
αχόρταστοι άνθρωποι,όμως καλά το ξέρουν το ποίημα
να προσεύχονται δουλικά
και να επικαλούνται το όνομα του Κυρίου επί ματαίω
ο αχώρητος Θεός θα αποστρέφεται
επειδή δεν είναι αφελής
με αυτούς τους ανθρώπους που προσποιούνται που σκύβουν
και ξανά σκύβουν και προσεύχονται με όλα αυτά τα κοσμητικά
τα ομοιόμορφα,που δεν αλλάζουν,πανάγαθε,πάνσοφε κλπ
ο Θεός δεν είναι ανασφαλής ,ξέρει ποιος είναι,δεν θέλει επιβεβαίωση
ξέρει τους γύρω του τους παρατρεχάμενους
που συνέχεια τον λιβανίζουν αφόρητα,δεν,δεν
ο άνθρωπος είναι ανασφαλής
και δημιουργεί αυτό το φαντασιακό
παγανιστικό
απλά είναι τα πράγματα, δεν ''αρέσκεται'' Αυτός σ'αυτό
το κατ'εικόνα και καθ'ομοίωση. ο Θεός θα το ερμηνεύει
ως ίσος προς ίσους
μια λέξη σεβασμός [τρις]
Εσύ θα ξέρεις από μοναξιά Θεέ μου
θα έχεις άπειρη εκεί πάνω
μοναξιά
η κερά Παναγιώτα
να περιμένει ακόμη
ένα θαύμα
οι εικόνες ατέλειωτες
της βροχής του Νοτιά,και οι μετασχηματισμοί από τα σύννεφα
ένα πελώριο πανί
κάτι έβλεπε
να προσεύχεται
Έλαμπε
τόσο πολύ το πρόσωπό της
και όλα τα γκρίζα της μεταμορφώθηκαν
στην απόλυτη στιγμή της θεοφάνειας
έλεγε
όσο βλέπουμε υπάρχουμε
στην άπειρη συνέχεια
όταν δεν θα βλέπουμε θα έρθει το τέλος
στον καμβά του ουρανού
γράφονται
για να προσεύχονται
όλα
Μα αφού έχεις κλειστά τα μάτια κερά Παναγιώτα
βλέπω με τα μάτια της ψυχής έλεγε +
και το απόβραδο του Σαββάτου,εκεί να δεις
μετάνοιες
μέχρι το πρωί πρωί της Εκκλησιάς
τα λουλούδια
γεμάτη η βοτσαλωτή αυλή
με τενεκέδες και κουβάδες
τους στόλιζε 1250
με τριανταφυλιές και κρινάκια,τα δάκρυα της Παναγίας +
που της άρεσαν τόσο πολύ,μια
εκκλησία γεμάτη με Αγίους +
κάθε λουλούδι κι ένας Άγιος
τους μιλούσε και τα χάιδευε
Στις ''ερωτήσεις'' μου
εσείς θα απαντήσετε λουλούδια μου
γιατί εγώ θα φύγω
αλλά εσείς θα μείνετε
θα σας αφήσω στη διαθήκη μου μαζί με την αγάπη μου
για να με θυμάστε
όχι κερά Παναγιώτα,κι εμείς θα φύγουμε
οι ασβεστωμένες αυλές που φιλούν τους λεμονανθούς
κι αυτές δεν θα υπάρχουν,ο ''άνθρωπος'', ο άνθρωπος αυτός ο άφρων
αυτός ο κόσμος θα αλλάξει,ο παλιός, έτσι σιγά σιγά
χωρίς να το καταλάβουμε
θα μας σκεπάσει το μπετόν
έτσι που τα έβλεπε να μαραίνονται
να γέρνουν και να παρακαλούν στο χώμα που θα τα σκεπάσει
πριν τον ''τελευταίον ασπασμόν'' +
και τα ξαγρυπνούσε
τα άκουγε που έπεφταν τα φύλλα τους ακόμη κι όταν κοιμόταν
αγρυπνίες το βράδυ
την ''έβλεπαν''
Μη μου πεθάνετε
περιμένετε να δείτε
την τελευταία Ανατολή
να σκαλίζει και
να ποτίζει το επιτάφιο χώμα μη
και γίνει
το θαύμα
να προσεύχεται και να τα ψάλλει
κυρ ελέησον κυρ ελέησον +
και τα λουλούδια να προσεύχονται
βροχή τα δάκρυα
και να τα σκουπίζει
στη διαθήκη μου
στη διαθήκη μου
μα πιότερο μιλούσε και κανάκευε
τις γαρυφαλιές με τα άνθη
τα κρεμεζί
τη ζάλιζαν τα αρώματα
τα έβλεπε όλα
και τα μάτια βούρκωναν
με τις ώρες κοιτούσε τον ήλιο κατάματα
το φως του περνούσε μέσα στα μάτια της
χωρίς να της καίει τα μάτια
τί να του ζητούσε άραγε
κανείς δεν ήξερε,ήμαρτον Θε μου
ήξερε
λίγα χρόνια της έμεναν,η επάρατος +
αυτή η αρρώστια
και το γιασεμί 1300
δίπλα στο παλιό πηγάδι
Κερά Παναγιώτα,ερχόμαστε,τα κορίτσια
Εγώ κρατάω πευκοβελόνες,να κάνω μπουκετάκι
Εγώ κρατάω βελόνα και κλωστή,να κάνω μπουτονιέρα
και το αγιόκλημα να σκεπάζει την εξώπορτα
ευωδίαζε ο τόπος
Σε μια άκρη και τα χαμομήλια με τα κίτρινα σκουφιά
όλα 818
την άκουγαν
όλα άνθιζαν
αγγελάκια στεφανωμένα με άνθη
να μοσχομυρίζει η αυλή
γεμάτη με λουλούδια και η ρόμπα της
στο μαξιλάρι της είχε κεντήσει
ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο
και τα κορίτσια της γειτονιάς
συνέχεια τα είχε στο μυλό της
να παντρευτούν με τον καλύτερο γαμπρό
το παράθυρο ορθάνοιχτο για να τα βλέπει
όταν περνούν
να τα φωνάζει κοντά της,να τους μιλά τρυφερά
να τους πει τα μελλούμενα
να τα τρατάρει
το γλυκό του κουταλιού,αγαπημένο το νεράντζι
έτοιμο το απογευματινό καφεδάκι
στο δίσκο με το κοφτό σεμεδάκι
χήρα και άκλερη
γεμάτο το σκρίνιο με κούκλες και άλμπομ με φωτογραφίες,ενθύμια
κανείς δεν θα τα ψάξει
και τα προικιά,με τις περίτεχνες δαντέλες,εθύμια και αυτά
δεν πρόλαβε καλά καλά να τα στρώσει
κι αν τα έστρωσε κάποιες φορές
ήταν πολλά τα χρόνια
που δεν το θυμόταν πια
άγονος έρωτας
κι ο άλλος έφυγε,με άλλη,στο καλό έλεγε
με το χέρι στο θυμιατό,με το μερτζουβί
''θου Κύριε φυλακήν τω στοματί μου''
ό,τι ήθελες
να σου ρίξει τα χαρτιά,να σου ανοίξει το φλυτζάνι
μιλούσε και με το Θεό 848
μου άνοιγε την καρδιά της
ήταν γεμάτη αστέρια
που φώτιζαν την απέραντη
μοναξιά της
τι καλός άνθρωπος
πάντα με το χαμόγελο
αυτή κι αν ήταν μάνα,μάνα με πολλά Μ
τίποτα δεν ζητούσε
δεν καταδεχόταν τα δώρα 1350
από τις ''μη μου άπτου''κυρίες ,από αυτές
τις Κυρίες τις
καλλιεργημένες
ντυμένες με τις αποχρώσεις του χρυσού
ποτέ σου δεν με συμπάθησες κυρία Σαντάλ το ξέρω
επειδή σου λέω πάντα την διπρόσωπη αλήθεια
όπως έπερνε τα δώρα τους,γρήγορα,γρήγορα
να τα μοιράσει στους φτωχούς
μια φτωχιά στους φτωχούς
αγαπούσε
αγαπούσε,μαγείρευε
για να δώσει ένα πιάτο του φτωχού
τα πασίγνωστα μπολ της Παναγιώτας
έγραφε και τα ονόματα στα μπολ που μοίραζε
και όταν έχανε κάποιο μπολ
έλεγε
Άγιε Φανούριε βοήθησε να βρω το μπολ
μεγάλ'η χάρη σου
θα σου τάξω φανουρόπιτα
και αμέσως, νά το, το μπολ
να γεμίσει η γειτονιά φανουρόπιτες,ήταν
φρεσκοψημένα κέικ,αφράτα γεμάτα αρώματα
και τα τραγουδούσε τα μπολ
όλη μέρα τραγουδούσε
πες μου εσύ,πού έβρισκε τέτοια όρεξη
ήξερε πως η ζωή είναι μικρή
ο Θεός να τη συγχωρέσει
ας είναι ελαφρύ το χώμα που τη σκεπάζει
Εσύ μια αγράμματη
μόνο εσύ
ξέρεις τις απαντήσεις
τίποτα δεν ξέρουν οι ποιητές
κάθονται κάτω από το δέντρο της γνώσεως
και μιλούν μέχρι το πρωί
δειλοί
γράφουν ποιήματα
με άχρηστα νοήματα
και πολυσέλιδα βιβλία
με ανούσια λόγια
άδεια λόγια στα άδεια κρεβάτια
λόγια λόγια 878
λόγια
άλλα λόγια ν'αγαπιόμαστε
και όλο
happy end
χωρίς απάντηση
θα σκάσω αν δεν τα πω
ναι,θα τα πω,αυτά τα κηρύγματα πια
The end
Όλο 1400
Λέγε μου
λέγε μου το φλυτζάνι κερά Παναγιώτα
λέγε μου το πεπρωμένο μου,γαμώ το μου το φυγείν αδύνατον
Κόρη μου
Να,τώρα βλέπω ένα ''Κάππα''
είναι το όνομά του
ναι, να,έρχεται από θάλασσα
από μεγάλη πόρτα
φορά στέμμα
να, και η άγκυρα
λες να στεριώσει
Αυτός είναι,ναι,λες
να,και ο σταυρός
πού,πού, πότε
σε επτά τέρμενα
αργεί
που να με πάρει ο χάρος να γλυτώσω
από την αγωνία μου
τί κακία [τις]
τί γλωσσοφαγιά είναι αυτή
όλα τα'χει η Μαργιορή ,ο φερετζές της έλειπε
να με ξεφταρμίσεις κερά Παναγιώτα
φύλαξε καλά αυτό που αγαπάς
θα σε πληγώσουν
Στάυρωσέ με
ο Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά 908
άνοιξέ το πάλι το γαμημένο,πού,που
να με πάρει και να με σηκώσει
κόρη μου δως μου το χέρι σου
τί το θέλεις
να το διαβάσω
καλά,τώρα θα μου πεις τη μοίρα μου τη μαύρη
το αριστερό χέρι δως μου
βλέπω τη γραμμή της ζωής
όχι,δεν θέλω να βλέπω αυτά που βλέπω
κόρη μου κοντή γραμμή με αρρώστιες
θα φύγω γρήγορα,πες μου
τί με κοιτάζεις
καταλαβαίνω
άστο τώρα αυτό
Να δω το όρος της Αφροδίτης
γεμάτο έρωτες είναι
Εγώ κερά Παναγιώτα μόνο ένα
αγαπώ παράφορα
τον καπετάνιο
αυτός είναι ο πρίγκιπάς μου
και τα χαρτιά να μου ρίξεις κερά Παναγιώτα
Ναι κόρη μου
Να τα χαρτιά της μεγάλης Ετέλλης
τα ανακατώνω 1450
να μου κόψεις με το αριστερό
πάντα με το αριστερό
να ο ρήγας κούπα κόρη μου
κόρη μου είναι κουπάτος
σε έχει στη σκέψη του
να και ο άσσος κούπα 938
θα έχεις ειδήσεις ευχάριστες στα αισθηματικά
βλέπω,να 2 άσσους μαζί,θα έχεις τηλεφώνημα
να,ο άσσος σπαθί μαζί με τον άσσο κούπα,γάμος
νυφικό κρεβάτι
σου βγαίνει με τον κουπάτο
νάτο το 2 κούπα
ταξίδι του μέλιτος
κούπα στην κούπα
στο 8 κούπα σου βγαίνει και δώρο παιδί
να και το 10 κούπα
η μεγαλύτερη χαρά σου έρχεται
να το δω και να μην το πιστέψω κερά Παναγιώτα
Ναι έρχεται
θα περιμένω
ως τη συντέλεια του κόσμου,Αμήν
Αμήν
Αμήν
Ειρήνη υμίν
Περιπλανώμενη
στον ανύπαρκτο χρόνο
ασύμβατοι οι καιροί
αφυδατώνουν τη μνήμη +
οι ''έρημοι''χρόνοι +
έρημο παρελθόν +
έρημο μέλλον +
πού πηγαίνει το παρόν...να δημιουργήσει έρημο παρελθόν,κι αυτό +
στην εσχατολογική μουσειακή απόγνωσή του +
κάθομαι στο λόφο ψηλά,μεταφυσική απεραντοσύνη
στο Μαρτινέγκο
βαρύς από την υγρασία ο τόπος
σκέφτομαι
και ύστερα σου λένε για ψευτοιθάκες
ιθάκες και πράσινα άλογα
σπαράγματα της μνήμης
σιωπηλή ατέρμονη η αναμονή
της εσωτερικής πάλης
ελλοχεύει το δίλημμα
καθώς κοιτάζω το πορτραίτο
στο θωλό καθρέφτη τ'ουρανού 968 6 +
Θωρώ τον ήλιο που ακουμπά κουρασμένος πια
το κεφάλι του
στην κατακόκκινη γραμμή του ορίζοντα
έτοιμος να αποκοιμηθεί
στην αγκαλιά της Άγιας θάλασσας 1500
λάγνα θάλασσα δεν κοιμάσαι ποτέ
γεμάτο το γυμνό μου σώμα
κόκκινο αίμα
ανάβει φωτιές το αλμυρό φιλί σου
στα χείλη
να'χα πάντα
να'χα πάντα τη δροσιά σου,εφηβική θάλασσά μου,απάντηση
στο δίλημμα
Γύρω μου σιγοτραγουδούν ξεψυχισμένα
τα χρυσαφί ξερά φύλλα του Φθινοπώρου
ακόμη μια μέρα αποχαιρετά το βιολετί ουρανό
Αύριο μια άλλη μέρα θα ξημερώσει
η αυγή θα θυμίσει
το χωρίς τέλος
του αιώνιου κύκλου της ζωής
Είμαι σχεδόν γυμνή
με μόνο ρούχο
ένα άδειο πουκάμισο
από ημιδιάφανη γάζα
στο πουκάμισο γράφω με μαύρα γράμματα
τυφλή καρδιά
τυφλή μοίρα
ευτυχία είδωλο της ψευδαίσθησης
το σώμα
μια χούφτα χώμα
κι αυτό αγορασμένο
από τους εμπόρους των εθνών
πώς έκαναν φτωχό χώμα
τον τόπο μου
λεηλάτησαν τα ζωτικά σου όργανα
απομένει μια σταλιά ζωή 998
για να ζήσεις
σκέφτομαι
τί θα πω στο Θεό όταν γυρίσω
έρημα πρόσωπα εδώ κάτω αλλά και πάνω
θα του πω
η Δαμόκλειος σπάθη επικρέμεται
θα με στήσουν στα 3 μέτρα
εξόριστη
να ανεμίζουν
και τα μέσα μου
και τα έξω μου
ιερά και όσια και
να ανεμίζει
ο έρωτας
τα ξέπλεκα μαλλιά
αφημένη στο πουθενά
Ας με αγαπούσες +
κοιτάζω το κενό
υγρό το βλέμμα 1550
στο τίποτα,πονεμένο
έτοιμες είναι οι σταγόνες να κυλίσουν
μαραμένα μάγουλα,χιλιάδες επιθυμίες,χιλιάδες απελπισίες
ένα αδέσποτο,έτσι νιώθω απόψε
με μια ψευδαίσθηση
ένα χέρι βοηθείας,πού να βρω
στα έσχατα όρια της έκπτωσης
ένα ασήμαντο
παρατημένο
ηττημένο
της απόλυτης καταδίκης
εκτός λειτουργίας
είμαι
η ζωή
μια άγνωστη''Αυτή''
φιγούρα της σκιάς 1028
το ύστερό μου σίμωσε
γκρεμίζεται ο παράδεισος
ας με αγαπούσες +
Πού είσαι
Μάνα
μάνα του κόσμου
μου έλεγες
''όταν κάνεις σχέδια,ο Θεός χαμογελάει''
Μάνα μου
η γιαγιά μου έλεγε
''μάζευε κι ας ειν' και ρώγες''
Μουτζουρώνω
τα λάθος ''πεζοδρόμια''της ζωής
στο ''μακρύ σοκάκι'' της πλάνης
στο ''μέρος''
όπου ήμουν μέρος και
τώρα δεν είμαι μέρος
τα αγγίζω,όχι δεν μπορώ
ματώνω
να μπορούσα να τα αγγίξω όλα
ήρθα+
να ζωγραφίσω
την ιστορία μου,λες να γίνω γκράφιτι σε τοίχο
ανάμεσα στα συνθήματα ''έξω'',''ζει'',και ''κάτω'' +
πόσο ξοδεμένο αίμα στις σημαίες και τα λάβαρα
ξεσκισμένες οι αφίσες στις κολώνες της ΔΕΗ
ξεραμένες κόλλες
η εικόνα μου μέσα στις εικόνες
οι εικόνες χωρίς την εικόνα μου
ήρθα για να τριγυρνώ ξυπόλυτη
με τις σκασμένες φτέρνες από το λιοπύρι
στα σοκάκια
αξημέρωτα
και να ψάχνω 1600
τα ίχνη
που άφησα
πριν τα ρίξει στα σκουπίδια
ο οδοκαθαριστής,πόσο άλλαξαν όλα
όταν έσερναν τα βήματα της ψυχής μου
για να τα αγοράσουν
με αργύρια
οι αγοραστές,όλα
προτιμούν να γίνουν
πεθαμένο χώμα που
θα τα σκεπάζει με αγάπη
ο ίσκιος των γερασμένων δέντρων
πόσο άλλαξαν όλα
πόσο στένεψε ο κόσμος
ο ουρανός κλειστός,κάποτε τον έβλεπες
υπάρχει ουρανός που λείπουν τα πουλιά και τ'αστέρια
Αυτός ο κόσμος +
ο ασπρόμαυρος,δεν υπάρχει πια
ήταν ο κόσμος μου
ο κόσμος μου νιώθω ότι έχει χαθεί
το άρωμα των γιασεμιών της αυλής
χάθηκε για πάντα +
δεν θα αποκρυπτογραφηθεί ποτέ
δεν θα τολμήσει κανείς
Γιατί
τη γλώσσα άλλαξαν
και δεν με γνωρίζει πια
κλειστά τα μάτια μου
μπροστά
στα κλειστά ροζ παράθυρα
μόνο τα σκυλιά με γνωρίζουν
και μου κουνούν την ουρά
ακόμη και τα ψίχουλα
που ρίχνω στα πουλιά
τρομαγμένα τα κοιτάζουν
ξέχασαν τις χούφτες μου
οι πέτρες με τους ίσκιους
των φαντασμάτων
ψιθυριστά μου λένε
άκουσε μου λένε
Πριν τον έναρθρο λόγο
υπήρξε η άναρθρη κραυγή
και πριν την κραυγή
υπήρξε η σιωπή
η αρχέγονη μήτρα
εκείνου του τίποτα
που κυοφόρησε το παν
διανοούμενή μου
αυτές οι σκέψεις σου
τελικά 1650
Πώς γίνεται αυτό
Σώπα και άκουσε
κάνε ότι κοιμάσαι
λέω του φύλακα ότι
πάω στη βικελαία του ουρανού
για να διαβάσω
και μετά
τη κάνω κοπάνα,και κατεβαίνω στη γη
πώς κατεβαίνεις
θυμάσαι με τα δανεικά φτερά του Άγγελου,τα δεύτερα
Πηγαίνω στο σπίτι μου,που ζούσα όταν ήμουν ζωντανή
στο Λάκκο
Γιαμπουδή 32
έχει γίνει Μουσείο
πόσο όμορφο αλήθεια
όλα τα πράγματά μου είναι μέσα εκεί
το κλειδί είναι κάτω από τη γλάστρα με τα κρινάκια
λες να λείπει,γαμώ το κέρατό μου,να το πήραν,εδώ είναι
ανοίγω την πόρτα
όλα με περιμένουν
σαν να μην έλειψα μια ώρα
και γράφω και γράφω
και δεν τελειώνει,πού να τελειώσει
και να με βαρεθείτε
πάλι εγώ θα γράφω
πάλι ατελείωτα θα είναι
''Τα ροζ παράθυρα του Λάκκου''
στη ''μαύρη αγορά'' θα τα βρίσκετε
και με το πρωτόκολλο τί γίνεται
Δεν σου είπα ποιος με βοηθά
Ο Άγγελος με τα μαύρα
Σώπα
τώρα περνά
ο έσχατος Επιτάφιος των ψυχών
Διαισθάνομαι
ότι ο τόπος μου
ο τόπος μου που τόσο πολύ
αγάπησα
δεν με αγαπούσε πια,πάλι
οι σκιές των φαντασμάτων πάνω στις πέτρες
μου το μαρτυρούν
Έτσι συμβαίνει πάντα
το ήξερα
ότι κάποτε
θα συνέβαινε αυτό
Τουλάχιστον
ας με ''αγαπούσες''
μέχρι να συμβεί αυτό
είναι όπως οι μυστικές κουβέντες των παιδιών
κατά την ώρα του παιγνιδιού που... χάνονται 1700
Ο έρωτας περνά
είναι η σκιά του ίσκιου Του αόρατη
άλλοι τρέχουν
κι άλλοι πρόλαβαν
θα ήθελα
να με αγαπούσες πολύ
ο ένας μου εαυτός
είναι μέσα στο κλουβί
τυποποιημένος,και
ο άλλος μου εαυτός
ο καλλιτέχνης
είναι έξω
ελεύθερος,λες
Της ιστορίας+
Πετώ
το γάντι
εκεί που γράφει τέλος
την ημέρα της κρίσεως
Είμαι...
Αυτό το ''Γιατί''
γιατί
γιατί,να
Σώπα
τώρα
περνά η ''Εξω'' ιστορία
όχι η ιστορία η συμφωνημένη
μα και η καθόλου ιστορία
αναθεωρείται ό,τι κι αν γράψει
ματαίωση 1058
υπέρβαση,και πάλι
ματαίωση,και μετά
μετάβαση
που η απώλεια,δεν νομίζω,νομίζω
αέναη η ιστορία του γέρου χρόνου
Βάζω στο φάκελλο
το άσπρο χαρτί
το τελευταίο ''χαρτί'' θα παίξω
το είχα κρύψει στο μανίκι
θα το τραβήξω την κατάλληλη στιγμή
το γράμμα,όχι εκεί
κάτω θα γράψω
το γράμμα
θα κατηφορήσω
Πόρνη ζωή σου παραδίνομαι
γκαστρωμένη με τα λαθραία όνειρα
του ''προστάτη''
κουβαλεί
τόση ομορφιά
που με φτάνει για όλη μου τη ζωή
όλα μου ανθίζουν,τώρα 1750
όσα και να ξέρω μου φαίνονται άγνωστα τώρα
εγώ κι εσύ
ούτε χθες ούτε αύριο ,τώρα το τώρα
με μια δρασκελιά με ζυγώνει,πιάσε με
πόσο λιγώνομαι όταν με γυμνώνει
και γεύεται την πυρκαγιά των λαγονιών
οι στριγκλιές μου αφρίζουν την ανυπόμονη στέρνα μου
πέσε μέσα
στον απέραντο βυθό
να με τελειώσω
μεθώ,μεθώ
πόσο του άρεσε η θάλασσα,ερωτευμένος με
το πεπρωμένο του πελάγου
τα μάτια σου,το χρώμα της θάλασσας
αγαπώ τη δύναμη της θάλασσάς σου
τη γυμνή σάρκα της θάλασσάς σου
θάλασσά μου Θεότητα του νερού
τα κύματά σου μετρώ
να χωρέσουν όλα στο ορθάνοιχτό μου,θυμάσαι
θυμούμαι
που μου έλεγες ότι κάθομαι άπρεπα και βγάζω φωτογραφίες,ναι
έτσι ήθελα ξεδιάντροπα τα κύματά σου,να και
όταν τρίβονται πάνω
στις σκληρές λευκές
κορυφογραμμές μου
δημιουργώντας άπειρες μικροσκοπικές σταγόνες
που με χαϊδεύουν
και χαιρετούν
ό,τι
έρχεται από το μαργαριταρένιο θρόισμα του νερού
και δημιουργεί απέραντη ηδονή στο σώμα μου.
αγαπώ την αλμύρα της ''θάλασσας''
όταν τρίβεται στο υπογάστριο το''όλον''
και ζητά τις απάνεμες ''σπηλιές'' μου
μαγική και μαγεμένη ομορφιά της ηδονής
καταρρέω
όταν
σπέρνεις το γλυφό σου στο στόμα
Στο γραμματόσημο
στάλα στάλα θα του στείλω την ψυχή μου
γεμάτη από τους αμέτρητους κόκκους της άμμου
της ''παρθένας'' μήτρας μου
την κλέβω από τους πελάτες τις ατέλειωτες νύχτες
της προσμονής
όταν ο ένας φεύγει,ο άλλος έρχεται 1088
όταν τα άγνωστα πέη
ξύνουν τις πληγές και
και σταυρώνουν με καρφιά το αναμάρτητο κορμί
το ανέγγιχτο του πόθου σου
άγραφες οι λέξεις των τοπονυμίων 1800
της αναγκασμένης μήτρας μου
νοσταλγός της φαντασίας
τον ονειρεύομαι να χαμογελά
σε σκέφτομαι στα χείλη μου
όταν ρουφούν από το στήθος σου τα στολίδια της αρμύρας
στα χιλιοφιλημένα φιλιά εκπεσούσα
''Μισών εφίλει και φιλών επώλει''
αλήθεια πόσο θέλω να βάλω περισπωμένη
στην αιδιόσχημη αναβλύζουσα πηγή ζωής,πολύ μου αρέσει και η δασεία
με περισπωμένη του έρωτα θα γίνει
η παντοτινή ίαση της ανοιχτής πληγής της ψυχής
Με περισπωμένη θα το πει το ''τέλος και τω Θεώ δόξα''
η ποίηση +
Φιλί
φιλί
φιλί
στη σφραγίδα θα δέσω
το γαλάζιο κορδελάκι από τα μαλλιά μου
που σου άρεσε τόσο πολύ
μόνο εγώ ήξερα το μυστικό
να υποθηκεύω το αιδοίο μου
για να πάρω το ''δάνοιο''για αντάλαγμα
μόνο για σένα
θέλω
να σου πλύνω με ευλάβεια τα πόδια
με άρωμα λεβάντας και λεμονανθούς
τα χάδια μου θέλω αόρατα 1118
να μη ξεχάσω το Ζέφυρο
που μου φέρνει την ορμή των κυμάτων σου
να σε συντροφεύει
τις άδειες νύχτες που
γδύνονται τα αληθινά αισθήματα
και ταξιδεύουν,αναμνήσεις αναμνήσεις
όταν θα έρθεις με το καλό και θα μπαίνεις
στον ανολοκλήρωτο
πουτανίσιο κόλπο μου
η ευχή μου
το ατίθασο δέντρο σου
να ριζώσει βαθιά μέσα μου τρώγοντας τους χυμούς μου
κι εγώ να μεταλαμβάνω τους καρπούς της ομορφιάς σου
Αυτό θα πει έρωτας [τρις]
Δίπλα μου θέλω
τις προσφορές
το βρασμένο στάρι,τα ρόδια
το ζυμάρι
θα πλάσω το ζυμάρι με αλχημικά συστατικά
σε σχήμα
όπως φαντάζομαι να είναι ο κόσμος
ένας κόσμος νέος
καλύτερος με μεταφυσικές ένοιες 1850
μια ποίηση του σύμπαντος
μια κραυγή στο μεγάλο άλγος της ανθρωπότητας
μια κραυγή στο τραύμα της φύσης
η αλαζονεία,η ματαιοδοξία,η απληστία απειλεί
ένα θέατρο του παραλόγου,μια μικρή σκηνή στο άπειρο θέατρο
της χλωμής τελείας
ανείπωτης σκληρότητας,να σκοτώσω τον ''αδελφό''
ένα ασήμαντο ''κάτι'' στο αχανές σκοτάδι μέσα
μέσα στην αφάνεια του μικροσκοπικού κόσμου μας
μη νομίσεις ότι θα μας σώσει κάποιος
από τον εαυτό μας
η αυταπάτη του εγωισμού
αυτό είναι το σπίτι μας ,το νερό μας και το φαγητό μας,δεν έχει άλλο
η μοναξιά μας,μοναξιά μου
ένα τίποτα στο τίποτα είναι η κυανή κουκίδα
όλα αμφισβητούνται από το αιωρούμενο αυτό σωματίδιο
ένας κόκκος σκόνης που ισορροπεί
σε μια αχτίδα του ήλιου
του άδειου προορισμού
η βαρβαρότητα της καταστροφής,ο αφανισμός του δωρικού κάλλους και της ισορροπίας
του φυσικού περιβάλλοντος,με μοναδικό σκοπό την ανάπτυξη του κέρδους
χωρίς να υπολογίζει κανείς τις συνέπειες,ένα φρικώδες κολαστήριο αμετροέπειας
κακογουστιάς και αμουσίας,που
οδηγεί στο ''κενό''
πού μπορεί να φτάσει η σκέψη μου
στο απώτατο σημείο της σκέψης
μακάρι και
να'ξερα πόσο με τρομάζει αυτός ο κόσμος
πάλι αυτές οι σκέψεις
άφησε τις σκέψεις
που να σκάσεις πια
είσαι πνεύμα αντιλογίας
στη γενική απάθεια του εγωισμού των ιδιωτικών παραδείσων
και της κατασκευασμένης ευτυχίας,απετάξου τη πλέμπα
κανείς δεν ενδιαφέρεται παπαπα πόρτα για το χειμώνα καημένη και συ
Αγαπώ
Αγαπώ
Σμιλεύω τη ζύμη και ρίχνω λίγο λίγο το αλεύρι
για να αγκαλιάζω τη μητέρα των πάντων
τη Γη
η γη
που γεννά το χώμα και το καθαρό νερό εξ ουρανού
μακριά από τη βρωμιά των ανθρώπων της ακατάσχετης λειψυδρίας,αυτό
το χώμα το αποστειρωμένο,το έθραυτο που το έχουν διαμορφώσει
οι αιώνες πριν από το πριν
γαλήνη,μαγεία,μεγαλείο,και 1148
απαράμιλλος πλούτος
στο παντοτινό Μουσείο,Μουσείο της Γης
Δημιουργώ μια μεγάλη ζωοφόρο
με αρχαϊκούς μύθους,όσπου να φανερωθεί 1900
η συμπαντική γονιμότητα και να γίνει
το θαύμα
Ρίχνω και αλάτι στα ζυμαρένια γλυπτά
τα Λαζαράκια
έχουν χαρακτήρα ενσώματο και αλλόκοτο
ειδώλια που
να συνομιλούν και
να αφηγούνται ιστορίες από την ζωντανή ζωή τους
και να νιώθουν την αλμυρή ζύμη στα χείλη τους
έως ότου
αυτά τα πρωτόπλαστα έμψυχα και άψυχα ανθρωπάκια
εκδιωχθούν
από τον κήπο τηε Εδέμ,εφήμερη αρνητική απόλαυση
υπόκωφη ένταση
είναι η ''Απόφαση''
να καταλήξουν στην απόκοσμη μοναξιά τους
θα τα σκεπάσω
στον κοιτώνα τους
με την ιερή σινδόνη
για να λένε τα μυστικά τους
κρυφά
για τους παράφορους έρωτές τους
ως το θάνατο
Μια αρτοκλασία τελετουργίας υπαρξιακού διαλογισμού
που να είναι
όλα πιθανά και 1178
τίποτα
με το θυμιατό
τα θυμιάματα και
πιο πολύ
με λίγα από τα οστά των αγνοουμένων
μια απλωσιά του ουρανού
να μην ξεχάσω τα κεριά
τι πιο ωραίο από τα αναμμένα κεριά
οι φλόγες δερβίσικες σκιές
θεατρικό αριστούργημα
προς Θεού μη φυσήξει και γίνουν καύτρες
να προλάβουν
να ιστορήσουν τις νοσταλγικές στιγμές
για να μην παραπονιούνται
οι ψυχές
Το γράμμα και τα μάτια σου
απαγορευμένο είναι το ποίημα
εικόνες ατέρμονες +
τα όνειρα
γράφω και ξαναγράφω
αυτά
που έγραφα στο τετράδιο
όταν ήμουν μικρή
δώρο του απείρου 1950
στο πεπερασμένο
το απόλυτο του κενού
Ήταν οι Άγγελοι
και τα πνεύματα ενός Θεού
που έπεφταν από ιλιγγιώδη ύψη
για να γεμίσουν
με έκπαγλες ζωγραφιές
τις οθόνες του ουρανού,γιατί
σε φόρμα άμορφη
ο ποιητής εκάθισε,γιατί
στην ποίηση που δεν γράφτηκε και
που δεν θα γραφτεί ποτέ... +
κρύψε καλά
το εξώφυλλο
το στέλνω
σε ανώνυμη διεύθυνση
των ανθρωπωνυμίων
απαγορευμένος τόπος
κλειστός μικρές ελπίδες
ομίχλη στα όνειρα
μήπως το δούν και μου το κλέψουν
Αυτά τα γράμματα
του δρόμου των φτωχών
της θρηνιτικής ποιητικής
είναι αναλώσιμα χειρόγραφα,γιατί..κανείς δεν ήξερε [τρις]
Είμαι ατάλαντη 1208
πεπλανημένη
εξαιτίας των αινιγμάτων
Σώπα
περνά η παρένθετη τέχνη
Γεννά
το σπλάχνω της της πίστης μου
θέλω
σάρκα της μνήμης και χώμα
της ταπεινής
μιας λιτανείας
''ψωμί''ζητώ
ζυμωμένο με προζύμι
προσφυγικό
για μια καλύτερη ζωή
ανθρώπινη
υπαρξιακή
από το μηδέν
ως το θάνατο
να αποδοθεί δικαιοδύνη
βαρέθηκα την αιώνια ομορφιά
βρεγμένη
από τα ακατάσχετα δάκρυα
του νόστου
Δεν υπάρχει 2000
να θέλεις
να κάνεις όνειρα στον ουρανό
θαμμένα τα όνειρα
εδώ
στην τέφρα
της γης του ουρανού 1238
κάτω εκεί
πριν το μηδέν ήταν
το όνειρο της μυρωδιάς
του εσώρουχου
από πράσινο σαπούνι
Σώπα
περνά ο αόρατος θίασος
κατεβαίνω
για να ανταμώσω
τα Αγγελικά κορίτσια του περιπλανώμενου θιάσου
τις υφάντρες του παραδείσου
τις πέτρινες κόρες
έτσι που στέκουν χρόνια και περιμένουν με τα άσαρκα πέλματα
άφησαν πίσω τους τις ''μωρές'' μνήμες, +
δεν κοιμηθήκανε ποτέ
κρατουν αναμμένο
το λάδι της ψυχής του λιχναριού
αυτό το θείο δώρο ακοίμητο
και περιμένουν περιμένουν
ανάβουν ανάβουν
την άχρονη λήθη
όλο το παρελθόν
της άχρονης μνήμης
έρχεται
και ξανά και ξανά
ξαγρυπνούν +
αόρατα αγάλματα της σιωπής
μόνο
βράδιασε πάλι,ξαγρυπνούμε
πάλι ήρθαν
οι αδυσώπητες αναμνήσεις
στο φόβο και στη βία με οργή γινόμαστε όλες μία
να το ξέρουν
δεμένες
στην κόκκινη κλωστή
δεν τα ζήσαμε όλα
να ξαναπαίξουμε τις ''κυρίες''
να περιμένουμε
τον πρίγκηπα του παραμυθιού με το γαλάζιο άλογο
πολύ θα χαρούμε όλες μαζί
να παραβώ τους κανόνες
αφόρητο
αυτό το πρωτόκολλο... 1268
Υ.Γ.στοΥ.Γ. Στην τέφρα του μαύρου φωτός 2050
αποκαλύπτονται τα ψυχικά τραύματα
τα αγκαλιάζουμε με ευμένεια
δικά μας είναι
αναπόδραστα στο άφωτο φως
αντιπαράθεση
στην εμπειρία του ανθρώπου
να επιβιώσει την απώλεια
πέρα από την ειπωμένη σκέψη
στην ιερή διάσταση των ανεστίων
στην πορεία τη
τη Γραμμική
στο κόκκινο καλντερίμι
της προσφυγιάς
οι σκηνές ξεπερνούν τα όρια
του άχρονου '' Έξω'' χρόνου
τα πρόσωπα συναντούν τις ψυχές
των αυτιστικών ερώτων
ερωτεύονται το ηφαιστειακό άφθαρτο είδωλο
ανασφάλεια στο βυθό
Πού είναι η αθώα αγάπη η θεότυφλη
ο έρωτας παγιδεύεται στον έρωτα
ο έρωτας ο εμμονικός
ο ανέστιος ο εκδικητικός
δεν ξεχνά
μνησίκακος να τιμωρήσει την ψυχή
ήθελα και να'ξερα τί ψυχή θα παραδώσεις
να σου καταραστώ
να λιώσεις από τη ζήλια της πυράς
να γίνεις ένας μικρός νάνος[τρις],δεν ακούει 1298
''Χους ει και εις χουν απελεύσει''
θνησιγενής να τιμωρήσει
την αειθαλή αγάπη που μια χούφτα την αγάπησαν
βάτος καιομένη μη κατακαιομένη
'' Ου λείψει το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω''
ατελεύτητος γεμάτος αστρική σκόνη
μοναδικός στο σύμπαν
από τον άχρονο βυθό της ανυπαρξίας
απεσταλμένος''ουκ αρνίον ίνα άρει''
μονογενής
στο ''γύρο του θριάμβου''
θεατής
στο''γύρο του θανάτου''
σώμα στο σώμα
καμένη γη αφήνεις στο σώμα
του πόθου
μεγάλη η λάμψη σου στη μικρή μικρή ζωή σου
α στο διάολο.
Στο σιωπηλό δρόμο του Κλαυθμώνος
χρώματα κι αρώματα
με λυρικούς γλυκασμούς
στα πάθη των παθών 2100
ηδονικές κορυφώσεις
πριν ''λερώσουν''
μεταλαμβάνουν
τον Επιτάφιο
της περασμένης εκκλησιάς
της Σιναϊτικης...
Σιωπή θα με ακούσω
όταν σωπαίνει η σιωπή
αυτό αποθηκεύεται 1328
και το φορτίο
είναι πολύ βαρύ
Συνεχίζεται κόκκινη κλωστή...
Λες
να βιάζομαι
για να παραδώσω την τελευταία λέξη
με τις συλλαβές του άχρονου φωτός
Αυτό το ποίημα πότε θα τελειώσει
ποτέ δεν θα τελειώσει
Ευτυχώς που υπάρχει η τέχνη για να ανατρέπει τα θέσφατα
απ'όπου κι αν προέρχονται αυταπάτη της αυταπάτης
των κυρίαρχων βεβαιοτήτων
η τέχνη δίχνει τη φόρμα
στο βάθος της η φόρμα
αναζητά
το από πού '' Άρχεσθαι''
κανείς δεν ήξερε
γιατί
αν ήξερε
με τον τόσο εκτυφλωτικό ήλιο της
δεν θα άναβε
το φως
Πόσο εντυπωσιακά ασήμαντοι φαίνονται οι άνθρωποι
έτσι που [σε] κοιτάζουν τα έργα τέχνης
πόσο όμορφα αλήθεια
στέλνουν αυτό το''μέσα'' ρούχο το πορφυρό
με το άρωμα της πασχαλιάς
το άυλο
να ενδυθείς
της ψυχής
το΄΄ψωμί'' του πεινασμένου
'' Ώρα ημάς εξ ύπνου εγερθήναι''
Κανείς δεν μπορεί να ''ήξερε''
''Λύτρον αντί πολλών'' +
Ή Άγια τέχνη θα σώσει το αγίασμα
είναι η θρησκία με +
τους δικούς της Θεούς
θα σώσει το ασσόδυο τηε ζωής +
επειδή επιμένει
στη θεία αντιλογική +
απεχθάνεται τους+ 1358 5+ 2150
συμφωνημένους κανόνες
και ταξινομήσεις του συστήματος +
ανατρέπει''επιτρέπει''
αναπότρεπτα τις διάφορες θεωρίες +
κι αν τώρα δεν υπάρχει απάντηση
για το τέλος χρόνου της ύπαρξης
κι αν υπάρξει απάντηση στο μέλλον
η τέχνη είναι +
αυτή +
που θα δώσει''απάντηση''
στο χωρίς απάντηση +
κι αν υπάρξει απάντηση
τί +
και λύσει τον''κόμπο''
τί
τί
τί θα υπάρξει
στην έξω απάντηση,πάλι
είναι αυτό το''κάτι''
που έχει τελειώσει...
το μετά
το σύνδρομο του οργασμού
η μεταύπαρξη...
Ένα τερατώδες αστείο είναι
η σημασία της ύπαρξης του εαυτού μας
σ'αυτό το''έλθει''και''παρέλθει''
που δεν θα αντικρύσει
ποτέ κανείς
Σε μια φιλοξενία
επικρέμεται η ζωή μου
πάλι αυτές οι σκέψεις
οι κρυμμένες στις πεπερασμένες
σκέψεις οι κρυμμένες
στις χιλιοειπωμένες σκέψεις
στις ανάλλακτες από καταβολής κόσμου
στις κρυμμένες αποδείξεις 1388
είναι οι αποδείξεις
στις βαθιά μυστικές
τις άρρητες
Τί ψάχνεις
να μυρίσεις
ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο
στην καυτή έρημο
πριν ''απαντήσεις''
καίγεσαι
αφού φοράς τη φυλακή σου
από τη γέννησή σου
Από τη τυχαιότητα της γέννησής σου,τυχαία ύπαρξη
μοιραίο το τέλος
πόσες μουσκεμένες σελίδες να διαβάσω,δε βρίσκω άκρη 2200
χαμένος αγώνας,τέλος χρόνου
άκουσα κι αυτό,ότι
ήθελες λέει αποδείξεις
Κάτω από τις ξεραμένες φυλλωσιές
του φθαρμένου χρόνου
είναι οι αποδείξεις που προσδοκούσες
από τον γερασμένο χρόνο τον
γεμάτο από υποκείμενα νοσήματα,ψάξε
διαμαρτυρημένη τη πίστη,ψάξε
για τις περεταίρω λεπτομέρειες
στα ψιλά γράμματα
''άδικα των αδίκω''
Αφού βλέπουμε
μόνο αυτά που φαίνονται
που κανείς δεν διαβάζει
και που ποτέ κανείς δεν θα διαβάσει
στην εγκόσμια συνθήκη
΄΄Ουδείς εώρακεν πώποτε''
''Ουδείς πώποτε τεθέαται Αυτόν,και
ούτε κάποιαν φωνήν Αυτού ακηκόατε,και 1418
ούτε κάποιον είδος Αυτού εωράκατε''
μα κι αν δεν έρθει
στην συνάντηση του''Ποτέ''
αυτό που προσδοκούσα
΄΄Τίς άξιος εστίν ανοίξαι το βιβλίον
και λύσαι τας σφραγίδας
Ουδείς εδύνατο εν τω ουρανώ
ούτε επί της γης,ανοίξαι το βιβλίον
Εγώ έκλεον πολύ
και εις λέγει μοι
Μή κλαίε
Δεν θα με νοιάζει πια
για να νομίζω,για να υπάρξω
για να μεταυπάρξω
κι αν τίποτα
απ'όλα αυτά δεν θα συμβεί
η τέχνη είναι αυτή που θα παρηγορεί
την υπαρξιακή θλίψη
''Ταύτα λελάληκα υμίν
''Εμέ πρώτον υμών μεμίσηκεν''
Σκάσε επιτέλους
με αυτές τις σκέψεις
Συνεχίζεται κόκκινη κλωστή...
μα καλά
Αυτό το ποίημα δεν λέει να τελειώσει
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Επειδή η τέχνη παρερμηνεύεται
όταν ερμηνεύεται
'' ΛΑΚΚΟΣ '' Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
Το απαγορευμένο,το στοιχειωμένο κόκκινο καλντερίμι της χαμένης αθωότητας
ΑΛΦΑΒΗΤΟΓΡΑΜΜΑ ''Κ''
Ο έσχατος επιτάφιος των ψυχών
Το γράμμα της φτωχιάς κοπέλας
που άφησε την ψυχή της στην αθέατη πλευρά της παράδεισος
και κατέβηκε στη γη
Η άλλη ζωή
Στην καρδιά του το καλντερίμι της Σπιναλόγκας
τα μικρά χαμόσπιτα με το κεραμιδάκι
το παιδομάνι τρέχει
στο μικρό μπακάλικο του Λαμπράκη
για παγωτό και ''πόντους''
. Πιο ψηλά τα μεγάλα βενετσιάνικα τείχη με το Μαρτινέγκο
Κρεμόμαστε για να δούμε την αγαπημένη μας ομάδα τον Εργοτέλη
κάθομαι στο μεγάλο πεζοδρόμιο
όπου καταθέταμε τα όνειρά μας
δίπλα και το μεγάλο πεύκο
που λέγαμε τα μυστικά μας
στα πόδια μας απλώνεται
η μεγάλη ''Αλάνα''του Λάκκου
το πάνινο τόπι μας περιμένει
Κι εκεί που το παιδομάνι
ζητούσε μια ευκαιρία
για να πάρει μια ανάσα
μετά από ένα εξαντλητικό μονότερμα
μέσα στις λάσπες
ξαφνικά παρουσιάζεται
η μορφή του ''Σαββάτου''
ήταν μια ''σκιά''
σαδιστικής ευχαρίστησης
Όλο το τσούρμο από πίσω να την κυνηγά
και να της πετά ό,τι βρει
αυτή να τρέχει και να απαντά
με ακατάληπτες λέξεις
μέχρι να χαθεί στο πάνω στενό
Είχαμε μια δεύτερη ευκαιρία
να σκαρφαλώσουμε
ξανά στα τείχη
και να πάμε να δούμε
τα πονηρά ραντεβουδάκια
της Βίγλας
Προσφιλής προορισμός μας και ο ''Σιναϊτης΄Αγιος''
ο πολιούχος του Λάκκου
ο Άγιος Ματθαίος
για τον ''άρτον τον επιούσιον''
πιο πέρα και το ''Μικρό Χαμαμάκι''
ήταν η ''κολυμπήθρα του Σιλωάμ''
για τα ''παιδιά της αλάνας''.
άλλος προσφιλής προορισμός
η Παραγκούπολη
στη πλάτη του ναού του Σωτήρος
εκεί αντάλλασαν τα παιδιά
τα αγαπημένα τους περιοδικά
με παιδιά από άλλες αλάνες
τα περίφημα Μουρουχάδικα
στου κυρ Λευτέρη
ήταν ένας άλλος ιερός Ναός του πεζοδρομίου
Στο κέντρο και το μικρό καφενεδάκι, το στέκι των'' Μεγάλων''
βρέχει
και οι χοντρές σταγόνες της βροχής
κτυπούν στο καλντερίμι
τζάμια θολά
ο υγρός αέρας ανοίγει τα παράθυρα.
σκύβουν μισόγιμνες γυναίκες
ακούγονται βραχνά τραγούδια και γέλια
ξανακλείνουν τα παράθυρα
ακόρεστη πληρωμένη ηδονή
ανθρώπινη μυρωδιά
βρισιές με ερωτικές κραυγές
και ο λακκιώτικος ''θίασος''
όλοι οι Λακκιώτες του δρόμου
όλοι οι ''ήρωες''
Ο'' Μπουκάλας'',ο ''Λαουτιέρης'',η ηρωϊκή μορφή το ''Σαββάτο''
επίσης η μεγαλύτερη ''Περσόνα''
που πάνω της είχε επενδύσει
όλες του τις ονειρώξεις το παιδομάνι
Και πάνω απ' όλα και όλους,ο ''Γέρος''.
Ο ΄΄Γέρος'' ήταν κάτι σαν ξωτικό
ήταν όλος ο λακκιώτικος θίασος μαζί
ο ''Μάντης''ο ''Προστάτης'' του απαγορευμένου...
και ξαφνικά ανοίγει η πόρτα του καφενείου και μπαίνει ο ''Γέρος....,Ήρθε η καινούργια λέει
Κώστας Καπετανάκης
Museum '' The pink windows of Lakkos '' Κώστας Καπετανάκης
Το Γράμμα
Λάκκος
ο θρύλος του Ηρακλέίου
το απαγορευμένο
το στοιχειωμένο
κόκκινο καλντερίμι
της χαμένης αθωότητας
Γραμμική ΄΄Κάππα''
ο έσχατος επιτάφιος των ψυχών
το γράμμα της φτωχιάς κοπέλας
γράμμα ποίημα θεσπέσιο,οι γραμματοσειρές σε σχήμα γλυπτού
όχι αυτό της σοφίας των αγαλμάτων που δείχνουν
πάντα τον ίδιο δρόμο,έτσι κρύα που στέκουν
το άλλο του ανώνυμου δρόμου
του ήθους και της αύρας
της ευγενούς τέχνης
που μετατρέπεται
σε υπερβατική ελεγεία
το άυλο
δεν το βλέπεις,αλλά ξέρεις
ότι ζει εκεί.
τίποτα το περιττό στον απέριττο χώρο αυτό
αδιήγητο ποίημα
από το πρωτοειδωμένο φως
ως το φως
φαντασμαγορία του ονειρικού
που δεν λέει να τελειώσει,και
δεν θα το προλάβει
κανένα βιβλίο να το αντιγράψει
θα είναι''μόνο''του
να συνομιλεί
με το ιερό κι ανίερο
που οδηγεί στην αθανασία
κανείς δεν θα το δει το γράμμα
της πρόωρα χαμένης κοπέλας
που αναλήφθηκε στους ουρανούς
που άφησε την ψυχή της
στην αθέατη πλευρά της παράδεισος
και κατέβηκε στη γη
Ήρθε ο καιρός
είνε οι φωνές,οι φωνές των ψυχών που κείτονται στο χώμα
οι Θεοί αδιαφορούν,δεν ακούν τις παρακλητικές φωνές
των ψυχών
και οι ψυχές αναγκάζονται να παρακαλέσουν τις Μοίρες
αφήνουν ρωγμές,μήπως και περάσει κάποιο φως
στο απαγορευμένο κόκκινο καλντερίμι των στεναγμών
Παραδίνομαι στις στιγμές της δημιουργίας
οι φωνές ενώνουν τον πρωτοχρόνο με τον μεταχρόνο
τί κι αν γράφουν κέντημα
αδιάφορο για τους επιβάτες του ''σύντομου δρόμου''
κανείς δεν κοιτάζει το εικαστικό παραλήρημα
μονοπάτι φυγής
το παίρνω μαζί μου
΄΄Γράφει'' το θεατρικό μονόπρακτο χίλιους ρόλους
αλλάζει κάθε στιγμή και γράφει
γράφει για τα αόρατα σημάδια και τάματα
σβημένα τα τάματα
ανώνυμα τα ανθρωπωνύμια
όμως ολοζώντανα τα ''απολεσθέντα''
επιζώντα της νοσταλγικής ζωής
του παραδείσου του φτωχού
όταν οι φωτοσκιάσεις αρχίζουν να φαίνονται
στο χωμάτινο χαρτί του ασπρόμαυρου
Σώπα το Γράμμα
εικόνες γεμάτες φως
καυτές
ανασαίνουν βαριά
να μου κοπεί
η ανάσα
είναι τόσο
αισθησιακές
μυστηριώδεις
λάμπουν τόσο
αφηγούνται το τραγικό ηλιακό φως
το προσκηνούν ηδονικά
Εδώ υπάρχει το μυστήριο,πώς το φως προσπαθεί
για την ''ήττα'' της σκιάς
η σκιά στοιχειώνει τη μνήμη
οπαδός της εικονολατρείας του υπαρξισμού το άφωτο φως
στο σύνορο της μεταφυσικής,αιχμαλωτίζει τις εικόνες
μικρό το φως,μεγάλη η σκιά,μεγάλο το φως μικρή η σκιά
αέναη η φωτοσκίαση,αλλεπάλληλη η σύγκρουση
στο θέατρο Σκιών
Αιχμαλωτίζονται οι εικόνες στη σαγήνη,στην ενδοσκόπηση
στον χλωμό μπλε κόκκο σκόνης
που κατοικούν
στη λάσπη της γέννησης
μόνη κατάμονη
''Αυτή''
η χλωμή μπλε κουκίδα
αλληλοσπαράσσεται στη μοναξιά της
χωρίς προορισμό εξόδου
πεπερασμένη σκέψη μου
πάλι αυτές οι σκέψεις
πάλι οι εικόνες
βγάζουν τις μάσκες των ρόλων
ξαφνικά σιωπή κι ακινησία
από την αξαντλητική υπερένταση,γιατί
ήρθαν τα νεφελώματα του γαλαξία
γεμάτα αστερόσκονη,από
την αόρατη μήτρα του σύμπαντος
Αυτό το βρεφοκομείο
γεννά αστέρι με την ταχύτητα του φωτός
Επικρατεί μια αδράνεια ένδον,από το μεγάλο ξάφνιασμα
εξαιτίας του λήθαργου της στιγμής
Πόσο σκοτάδι της μαύρης τρύπας
να καταναλωθεί,για να υπάρξει ορατό φως
από την ομίχλη της ανυπαρξίας
της σκοτεινής ύλης
στην ταφική πλάκα της μαύρης τρύπας
στο θνητό χρόνο το φθαρμένο
από την αιωνιότητα της αθανασίας
κρύβεται
το αναπάντητο ερώτημα του αινίγματος
Από το παραπέτασμα του χάους
έρχεται το άφωτο
η θνητή ύλη βρίσκει φως
ατέλειωτο το ''Γράμμα'' στο δράμα
Μα πιο πολύ γράφω
για τα ανήλικα παιδιά
τα παιδιά που χάθηκαν
τα πεταμένα στους πέντα δρόμους
αγνώστου πατρός
που δεν ξέρουν ''γράμματα''
μόνο μουτζουρώνουν
Βαγγελίστρα μου,τί γράφω,θα μου ξεραθεί το χέρι
θα απαλλαγώ από τα παραπτώματα
λόγω έργω ή διανοία
όπως ψάλλει η νεκρόσημη εκκλησία
Πόσο γρήγορα αλλάζουν όλα,στον άχρονο χρόνο
να τα προλάβει να τα καταγράψει,όλα αυτά
το ''Επος΄΄
Δεν εξαντλώ το θέμα,'' Γιατί ''τους χρησμούς
θέλω
ανεκπλήρωτους
για να έχει μέλλον και η ποιητική
γιατί να αφουγκραστώ τη γνωστή σκέψη
της παλιάς σοφίας
και να την ακολουθώ στην ολόκληρη ζω
Σώπα
άκουσε την καρκινική σκέψη
σκάσε επιτέλους
Δεν ξέρω αν θα ολοκληρώσω την διατύπωση
είναι αυτό το κάτι που απομένει
δεν θέλει να τελειώσει το έργο,γιατί
πώς θα μπορέσει να φτάσει το ερχόμενο
στο μη ερχόμενο
αυτό ψάχνει η ποιητική
την υπαρξιακή κατάθεση
θα τη φτάσει...
και το περιμένω,και όλο το περιμένω
και ξανά και ξανά
και έρχεται αυτό που είναι,που είπαν,που έμαθαν
που είδαν, που διάβασαν
και ποτέ δεν έρχεται αυτό που περιμένω
και μετρώ το χρόνο
κάθε πρωί μετρώ το χρόνο
και ξανά και ξανά μετρώ
και δεν έρχεται
ποτέ δεν θα ρθει,πάλι αυτές οι σκέψεις
κι αν έρθει το τέλος
μετά την εκπλήρωση
πόσο μελαγχολικό αυτό το τέλος
Τί
τί
τί
είναι θέμα ελευθερίας
όταν η ελευθερία δεν είναι ελεύθερη
τότε δεν υπάρχει ελευθερία,πάλι αυτές οι σκέψεις
κι αν υπάρξει,πάλι αυτές οι σκέψεις
της έξω ελευθερίας
Τότε τί,τί
τί
τί
Σώπα
σκάσε επιτέλους
Τώρα ακούω τη φωνή
είναι η φωνή του κοριτσιού
Ξύπνα
κικιρίκου,συνέχισε το ΄΄Επος''
και αρχίζω τα γαλάζια και τα ροζ,και πάλι
από την αρχή
και να τος ο έρωτας ο ανέστιος να με τιμωρήσει
Χαιρέκακα
με κοιτάζει από ψηλά,που ενώ προβάρω
την αστρική λαμπερή φορεσιά
τολμώ το αδύνατο
να φιλήσω τον έρωτα
Ένα βήμα είμαι
πριν το σύνορο του κόσμου
ένα βήμα πριν το τελικό φράγμα
για το σμίξιμο
όλες οι αισθήσεις
σε μία
είναι η αφή του φιλιού
του πενταπάρθενου φιλιού
το άγγιγμα των χειλιών
τα μάτια κλειστά
βλέπεις τα πάντα
και δεν βλέπεις τίποτα
ευτυχία μέσα στην ευτυχία
φαντάζει αιώνιο
ξαφνικά
ο έρωτας μηδενίζει το χρόνο
ενδύομαι τα κουρέλια
του πεντάρφανου φιλιού
της ήττας και της αιχμαλωσίας
οι αιώνιοι κανόνες του τέλους του πένθους
να είμαι έμεσμα
αυτός ατάραχος με το σαρδόνιο χαμόγελο,ξέρει ότι
ο νικητής τα παίρνει όλα
και το ηθικό πλεονέκτημα
κι εγώ η φτωχιά κοπέλα,να μένω με
το γράμμα στο χέρι
και τα αλάτια στα μάτια
είναι οι κανόνες
πάλι αυτοί οι κανόνες
Εξομολογούμαι
δεν είμαι η απεσταλμένη η μονογενής
θείας έλευσης
που θα θυσιαστώ
για να άρω τις αμαρτίες,και να τιμωρήσω όσες παραβιάζουν
την αρετή του πένθους
Άκουσα τις κραυγές της οδύνης
να θέλουν να μεταρυθμίσουν την πίστη τους
χωρίς να φοβούνται ότι αμαρτάνουν,το λέω
για να με ακούσουν
όλοι που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα
για να εργαστώ ήρθα
στο Λάκκο
με τους περιθωριοποιημένους,καταπιεσμένους
περιφρονημένους
αόρατους ακοίμητους με τους κεκοιμημένους ψαλμούς
με τις ανάσες των κρίνων,συντροφιά στην πλάκα
τους απηλούμενους από την καθωσπρέπει
κοινωνική τάξη
του ''πρωτοκόλλου της Σιών''.
Υ.Γ.Η άλλη ζωή
απέραντα άδεια
και βαρετή η ζωή των πεθαμένων
στον περικαλλή ναό του ουρανού
χαμένα τα χρόνια
''εις τόπον χλοερόν''
αυτό θα λέω
όταν με ρωτούν
για τη μεγάλη ΄΄Πτώση''
είπα στους ποιητές
να μου πουν
πού είναι η προδοσία
στο ''Ωσανά''
ή
στο ''άρον άρον''
πιστεύετε τους ποιητές,ναι,όχι
''να το πάρει η μαύρη θάλασσα''
και το μαύρο Άγγελο
που με βοηθά
ρωτώ
έκανε να χαμογελάσει
δεν παίρνω απάντηση
''να το πάρει η μαύρη θάλασσα''
η φωνή Σου
η φωνή Σου,θα είναι εξαίσια
άφωνος,τίποτα
λες να είναι
από τους εκπεπτωκότες Αγγέλους
Σαλαμαλέκουμ
η νοηματική του
καλά το ξέρεις
πως καθόλου δεν μ'αρέσει η''ανάπαυση''
μα την πίστη μου
θα είναι ανένταχτος
απορώ πως τον αφήνουν
θα του μαδήσουν τα φτερά
η νοηματική Του
Σαλαμαλέκουμ
άκουσα τι μου είπες
δεν σου απαντώ
για να έχεις έμπνευση
στις παγίδες
ο μαύρος Άγγελος
που όταν σκέφτομαι,Αυτός
ξέρει τι σκέφτομαι
είναι μέσα στο μυαλό μου
ξέρει όλες τις παγίδες της προηγούμενης ζωής μου,τις χιλιάδες παγίδες μου
τί με κοιτάς
το ξέρω,ότι ξέρεις
το απολυτήριο σκέφτομαι,το ξέρει
ο ακοίμητος φύλακας στις παγίδες
του ''κακού''
δες
είδα όλες τις παγίδες
αμ δε
ξαναπροσπάθησε
είναι μάταιο,λες
δεν θα έχω καμία τύχη
''το μαντρί''
να μην έχω ερωτήσεις
να μην είμαι ανένταχτη,όχι
θα είμαι ανένταχτη
όχι ''εκοιμήθη''
να ζω
δεν ζω
Ζω
Ζω
ζω
αλύτρωτη μήτρα μου
και δεν θα κρυφτώ
να καπνίζω το πρωινό τσιγάρο,με τον τούρκικο καφέ
και να ανοίγω το φλυτζάνι
όλο κατακάθι μου βγαίνει,γαμώ τη τύχη μου
πού είναι ο αγαπητικός μου κερά Παναγιώτα
άνοιξέ το πάλι,που ''να με πάρει και να με σηκώσει''
ως τη συντέλεια του κόσμου,Αμήν
Αμήν
Αμήν
ειρήνη υμίν
περιπλανώμενη
στον ανύπαρκτο χρόνο
κάθομαι στο λόφο ψηλά
στο Μαρτινέγκο
''Δαμόκλειος σπάθη'' επικρέμεται
θα με στήσουν στα τρία μέτρα
εξόριστη
να ανεμίζουν
τα ξέπλεκα μαλλιά
αφημένη στο πουθενά
το βλέμμα στο τίποτα,πονεμένο
μαραμένα μάγουλα,χιλιάδες επιθυμίες
χιλιάδες απελπισίες
ένα ασήμαντο
παρατημένο
ηττημένο
εκτός λειτουργίας
είμαι
γκρεμίζεται ο παράδεισος
Πού είσαι μάνα
Μάνα
Μάνα του κόσμου
μου έλεγες
''όταν κάνεις σχέδια,ο θεός χαμογελάει''
μουτζουρώνω
τα λάθος πεζοδρόμια της ζωής
στο ''μακρύ σοκάκι'' της πλάνης
στο ''μέρος''
όπου ήμουν μέρος,και
τώρα δεν είμαι μέρος
να ζωγραφίσω την ιστορία μου
της ''πετώ το γάντι''
εκεί που γράφει
Τέλος
την ημέρα της ''Κρίσεως''
Είμαι
αυτό το ''Γιατί''
γιατί
γιατί
Σώπα
περνά η ''έξω'' ιστορία
βάζω στο φάκελλο
το άσπρο χαρτί
το τελευταίο χαρτί θα παίξω
το είχα κρύψει στο μανίκι
θα το τραβήξω την κατάλληλη στιγμή
το γράμμα,όχι εκεί
κάτω θα γράψω το γράμμα
δίπλα μου θέλω τις προσφορές
και τα θυμιάματα
για να μην παραπονιούνται
οι ψυχές
το στέλνω σε
ανώνυμη διεύθυνση
των ανθρωπωνυμίων
απαγορευμένος τόπος
κλειστός ο ουρανός,μικρές οι ελπίδες
ομίχλη στα όνειρα
μήπως τα δουν και μου τα κλέψουν
αυτά τα γράμματα
του δρόμου των φτωχών,τα σκίζουν
είμαι ατάλαντη
πεπλανημένη
εξαιτίας των αινιγμάτων
Σώπα
περνά η παρένθετη τέχνη
Γεννά
το σπλάχνο της πίστης μου θέλω
σάρκα της μνήμης και χώμα
της ταπεινής
μιας λιτανείας ψωμί ζητώ
ζυμωμένο με προζύμι
προσφυγικό
για μια καλύτερη ζωή
ανθρώπινη
υπαρξιακή
από το μηδέν
ως το θάνατο
να αποδοθεί δικαιοσύνη.
βαρέθηκα την αιώνια ομορφιά
βρεγμένη
από τα ακατάσχετα δάκρυα
του νόστου
δεν υπάρχει
να θέλεις
να κάνεις όνειρα στον ουρανό
θαμμένα τα όνειρα
εδώ
στην τέφρα
της γης του ουρανού
κάτω,εκεί
πριν το μηδέν ήταν
το όνειρο της μυρωδιάς
του εσώρουχου
από πράσινο σαπούνι
Σώπα
περνά ο αόρατος θίασος
κατεβαίνω
για να ανταμώσω
και τα άλλα κορίτσια
του περιπλνώμενου θιάσου
τις υφάντρες
του παραδείσου
τις πέτρινες κόρες
έτσι που στέκουν και περιμένουν
με τα άσαρκα πέλματα
να ξαναπαίξουμε
τις ''Κυρίες''
να περιμένουμε
τον πρίγκηπα του παραμυθιού
με το γαλάζιο άλογο
πολύ θα χαρούμε όλες μαζί.
να παραβώ τους κανόνες
αφόρητο
αυτό το πρωτόκολλο...
Υ.Γ.στο Υ.Γ.Στην τέφρα του μαύρου φωτός
ανακαλύπτονται τα ψυχικά τραύματα
τα αγκαλιάζουμε με ευμένεια
δικά μας είναι
αναπόδραστα στο άφωτο φως
αντιπαράθεση
στην εμπειρία του ανθρώπου
να επιβιάσει την απώλεια
πέρα από την ειπωμένη σκέψη
στην ιερή διάσταση των ανεστίων
στην πορεία
τη γραμμική
στο κόκκινο καλντερίμι
της προσφυγιάς
οι σκηνές ξεπερνούν τα όρια
του άχρονου ''εξω'' χρόνου
τα πρόσωπα συναντούν τις ψυχές
των αυτιστικών ερώτων
ερωτεύονται το ηφαιστειακό άφθαρτο είδωλο
ανασφάλεια στο βυθό
πού είναι η αγάπη η αθώα
η θεότυφλη
ο έρωτας ο εμονικός
ο ανέστιος ο εκδικητικός
δεν ξεχνά
μνησίκακος να τιμωρήσει την ψυχή
θνησιγενής να τιμωρήσει
την αειθαλή αγάπη
βάτος καιομένη μη κατακαιομένη
ατελεύτητος γεμάτος αστρική σκόνη
μοναδικός στο σύμπαν
από τον άχρονο βυθό της ανυπαρξίας
απεσταλμένος ''ουκ αρνίον ίνα άρη''
μονογενής
στο ''γύρο του θριάμβου''
θεατής
στο ''γύρο του θανάτου''
σώμα στο σώμα
του πόθου
στο σιωπηλό δρόμο του κλαθμώνος
χρώματα κι αρώματα
με λυρικούς γλυκασμούς
στα πάθη των παθών
ηδονικές οι κορυφώσεις
πριν ''λερώσουν''
μεταλαμβάνουν
τον Επιτάφιο
της Σιναϊτικης εκκλησιάς...
Σιωπή,θα με ακούσω
όταν σωπαίνει η σιωπή
αυτό αποθηκεύεται
και το φορτίο
είναι πολύ βαρύ
Συνεχίζεται,κόκκινη κλωστή...
Ευτυχώς που υπάρχει η τέχνη για να
ανατρέπει τα ''θέσφατα''
απ' όπου κι αν προέρχονται αυταπάτη της αυταπάτης
των κυρίαρχων βεβαιοτήτων
Η αγία τέχνη,θα σώσει το αγίασμα
είναι η θρησκεία με τους δικούς της Θεούς
θα σώσει το ασσόδυο της ζωής
Κι αν τώρα δεν υπάρχει απάντηση
για το τέλος χρόνου της ύπαρξης
κι αν υπάρξει απάντηση στο μέλλον
η τέχνη είναι αυτή που θα δώσει ''απάντηση''
στο χωρίς απάντηση
κι αν υπάρξει απάντηση,τί
τί
τί
Τί θα υπάρξει
στην ''έξω'' απάντηση
πάλι αυτές οι σκέψεις
Κώστας Καπετανάκης